ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΕΝΩΣΙΣ ΓΟΝΕΩΝ "Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΑΓΩΓΗ"

Λεωφόρος Σοφοκλῆ Βενιζέλου 130, Τ.Κ. 163 45 Ἡλιούπολη
eikona





Ἡ Γ. Ε. Χ. Α. εἶναι Πανελλήνιο Σωματεῑο μέ 60 τμήματα στίς περισσότερες πόλεις τῆς Ἑλλάδος καί στίς Συνοικίες τῆς περιοχῆς Ἀθηνῶν. Σκοπός της εἶναι ἡ τόνωσις τοῦ θρησκευτικοῦ φρονήματος τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ καί ἡ ἐνίσχυσις τοῦ θεσμοῦ τῆς Οἰκογενείας ὅπως αὐτός διαμορφώθηκε κάτω ἀπό τήν ἐπίδραση τῆς Ὀρθοδόξου Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας ὡς φορέα καί θεματοφύλακα τῶν Χριστιανικῶν καί Ἐθνικῶν παραδόσεων.

Γραφεῖα κεντρικοῦ: ὁδός Μαυρομιχάλη 32 (106 80) Ἀθήνα.

Τηλ. & Fax: 210-3638793 E-mail: gexaathens@yahoo.gr

Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου 2025

 


Η ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ


ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΕΤΕΡΟΔΟΞΟΙ ΔΕΝ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΣΤΟΝ ΤΙΜΙΟ ΣΤΑΥΡΟ

ΤΟ ΚΟΡΥΦΑΙΟ ΣΥΜΒΟΛΟ ΘΥΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΓΙΑΣΜΟΥ

ΠΑΣΑΛΟ ΤΟΝ ΑΝΑΦΕΡΟΥΝ ΟΙ ΙΕΧΩΒΑΔΕΣ ΚΑΙ ΞΥΛΟ ΣΤΗΝ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ



 

 

  Η μεγάλη εορτή της Παγκοσμίου Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού είναι ένας ακόμα σημαντικός εορτολογικός σταθμός της Εκκλησίας μας.

 

Οι πιστοί την ημέρα αυτή καλούνται να τιμήσουν και να προσκυνήσουν τον Τίμιο Σταυρό του Κυρίου ώστε να αντλήσουν δύναμη και χάρη από αυτόν.

 

Η μεγάλη αυτή Δεσποτική εορτή δίνει επίσης την ευκαιρία σε όλους μας να σκεφτούμε ορισμένες βασικές αρχές και αλήθειες της πίστης μας, οι οποίες είναι συνυφασμένες με τη θεολογία του Σταυρού.

 

Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, η οποία διασώζει μόνη Αυτή ανόθευτη την βιβλική και πατερική διδασκαλία, αποδίδει την προσήκουσα τιμή στο Σταυρό του Χριστού, ως το κατ’ εξοχήν όργανο και σύμβολο της απολυτρώσεως του ανθρωπίνου γένους. Σε αντίθεση με την ποικίλη ετεροδοξία, η οποία, είτε αδιαφορεί να αποδώσει τιμή στο Σταυρό (Προτεσταντισμός), είτε πολεμά ευθέως Αυτόν, ως ειδωλολατρικό σύμβολο (Mάρτυρες του Ιεχωβά). Η Εκκλησία μας θέσπισε πολλές φορές προσκύνησης και τιμής του Σταυρού καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, με αποκορύφωμα τη μεγάλη εορτή της Παγκοσμίου Υψώσεως, στις 14 Σεπτεμβρίου.

 

Ο Σταυρός του Κυρίου αποτελεί για τη χριστιανική πίστη κορυφαίο σύμβολο θυσίας και αγιασμού, διότι η σημασία του είναι πραγματικά τεράστια. Ο Σταυρός μαζί με την Ανάσταση λειτουργούν ως δυο βασικοί άξονες πάνω στους οποίους κινείται η ζωή των πιστών χριστιανών. Η Ανάσταση έπεται του Σταυρού και προϋποθέτει το Σταυρό και ο Σταυρός προμηνύει την Ανάσταση. Χωρίς Σταυρό δεν γίνεται Ανάσταση. Πάνω σε αυτές τις αρχές στηρίζεται η θεολογία του Σταυρού και η σπουδαία σημασία του για τη ζωή της Εκκλησίας.

Ο μέγας απόστολος των Εθνών Παύλος, ο κατ’ εξοχήν θεολόγος του Σταυρού, τονίζει συχνά στις θεόπνευστες επιστολές του ότι ο Σταυρός του Χριστού είναι γι’ αυτόν και για την Εκκλησία καύχηση. «εμοί δε μη γένοιτο καυχάσθαι ει μη εν τω σταυρώ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού» (Γαλ.6:13), διότι « ο λόγος γαρ ο του σταυρού τοις μεν απολλυμένοις μωρία εστί τοις δε σωζομένοις ημίν δύναμις Θεού εστι,»(Α΄Κορ. 1:17»,επιεδή ο Ιησούς Χριστός «εγενήθη εν σοφία από Θεού, δικαιοσύνη τε και αγιασμός και απολύτρωσις» (1 Κορ.1:30) ως ο «Εσταυρωμένος» (1 Κορ.1:23). Ο Κύριος της δόξης «υπό χειρών ανόμων» καρφώθηκε επάνω στο ξύλο του Σταυρού, για να υποστεί το επώδυνο μαρτύριο της σταυρώσεως και να πεθάνει ως έσχιστος κακούργος. Αλλά όμως η ανθρώπινη αυτή κακουργία, εξ αιτίας της άμετρης θείας αγάπης, λειτούργησε ευεργετικά για το θεοκτόνο ανθρώπινο γένος, «συνίστησι δε την εαυτού αγάπην εις ημάς ο Θεός, ότι αμαρτωλών όντων ημών Χριστός υπέρ ημών απέθανεΠολλώ ουν μάλλον δικαιοθέντες νυν εν τω αίματι αυτού σωθησόμεθα δι’ αυτού από της οργής. Ει γαρ εχθροί όντες κατηλλάγημεν τω Θεώ διά του θανάτου του υιού αυτού, πολλώ μάλλον καταλλαγέντες σωθησόμεθα εν τη ζωή αυτού» (Ρωμ.5:8-10).

 

Ο Σταυρός πριν τη μεγάλη σταυρική θυσία του Χριστού ήταν έχθιστο φονικό όργανο εκτέλεσης κακούργων. Όποιος πέθαινε δια της σταυρώσεως χαρακτηρίζονταν «επικατάρατος» (Γαλ.3:1). Αφότου όμως ο σαρκωμένος Θεός πέθανε ως κακούργος πάνω στο εγκάρσιο ξύλο, αυτό κατέστη πηγή απολυτρώσεως. Από μέσο θανατώσεως μεταβλήθηκε σε ακένωτη πηγή ζωής, από αποκρουστικό και απαίσιο όργανο των δημίων έγινε φωτεινό σύμβολο και δίαυλος ευλογιών, από ξύλο πόνου και ωδίνων κατέστη καταφύγιο ανάπαυσης και χαράς.

 

Η παράδοξη αυτή και μεγάλη αλλαγή συντελέσθηκε επειδή η άμετρη θεία αγάπη και ευσπλαχνία δε λειτούργησε εκδικητικά προς την ανθρώπινη αγνωμοσύνη και κακουργία. Μέσα στην απύθμενη θεία φιλανθρωπία δεν υπάρχει «χώρος» για μίσος, θυμό και εκδίκηση. Ο Θεός, ως η απόλυτη αγάπη (Α΄ Ιωάν.4:8,) αντί εκδίκησης ανταπέδωσε στον άνθρωπο ευσπλαχνία και του δώρισε τη λύτρωση από τα πικρά δεσμά της αμαρτίας και του κακού και του χάρισε την αιώνια ζωή.

 

Χάρη λοιπόν στην άμετρη αγάπη του Θεού, το φρικτό φονικό όργανο των ανθρώπων μετεβλήθη σε πηγή αγιασμού και απολυτρώσεως.

 

Σύμφωνα με την υψηλή θεολογία του ουρανοβάμωνος Παύλου ο Σταυρός του Χριστού από ατιμωτικό και φρικτό φονικό όργανο θανατώσεως των κακούργων ανθρώπων, μετεβλήθη, μετά το σταυρικό θάνατο του Κυρίου, σύμβολο σωτηρίας, μέσο συμφιλίωσης με το Θεό και πηγή αγιασμού. Η ανθρώπινη κακία έδωσε στο Θεό πόνο και θάνατο δια του ξύλου του Σταυρού, η θεία ανεξικακία και άκρα φιλανθρωπία, έδωσε, αντίθετα, στο δήμιό Του αγάπη και λύτρωση! Η δύναμη λοιπόν του Σταυρού έγκειται στην ακένωτη αγάπη του Θεού, η οποία διοχετεύεται πλέον στην ανθρωπότητα και σε ολόκληρη τη δημιουργία μέσω του Σταυρού.

Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας έχοντας υπόψη τους αυτή τη μεγάλη αλήθεια διατύπωσαν την περίφημη θεολογία του Σταυρού. Το ιερότατο αυτό σύμβολο είναι πια συνυφασμένο με τον Κύριο Ιησού Χριστό. Από Εκείνον αντλεί την ανίκητη δύναμή του, τον αγιασμό και τη χάρη. Γι’ αυτό και δεν είναι ειδωλολατρία να προσκυνείται από τους πιστούς, διότι προσκύνηση του Τιμίου Σταυρού, σημαίνει προσκύνηση του ιδίου του Χριστού, του Οποίου είναι το σημείο και η ενθύμηση της απολυτρωτικής Του θυσίας.

 

Ο Σταυρός του Χριστού αποτελεί πλέον την ενοποιό δύναμη της ανθρωπότητας. Αν το ξύλο της γνώσεως του καλού και του κακού στην Εδέμ (Γεν. γ΄ κεφ.) έγινε πρόξενος κακού και έχθρας του ανθρωπίνου γένους, το ξύλο του Σταυρού έγινε σημείο επανένωσης των ανθρώπων στο Σώμα Του Κυρίου Ιησού Χριστού. Τα δύο εγκάρσια ξύλα, που συνθέτουν το σύμβολο του Σταυρού, συμβολίζουν την ένωση των ανθρώπων με το Θεό (κάθετο ξύλο) και την ένωση των ανθρώπων μεταξύ τους (εγκάρσιο ξύλο). Φυσικά η ένωση των ανθρώπων περνά αναγκαστικά από τη σχέση τους με το Θεό. Το εγκάρσιο ξύλο παριστά, επίσης, τα δύο χέρια του Εσταυρωμένου Λυτρωτή μας, τα οποία είναι ανοιγμένα για να αγκαλιάσουν ολόκληρη την ανθρωπότητα. Μέσα σε αυτή τη θεώρηση η νέα εν Χριστώ ανθρώπινη κοινωνία έχει διαφορετική υφή από τις προχριστιανικές και εξωχριστιανικές κοινωνίες. Η ενοποιός δύναμη του Σταυρού του Χριστού αδελφοποιεί τους ανθρώπους, δημιουργώντας την κοινωνία της αγάπης, της αδελφοσύνης, της δικαιοσύνης και της ειρήνης.

 

Το σύμβολο του Τιμίου Σταυρού είναι ακόμα η φοβερή δύναμη κατά των αντίθεων δυνάμεων. Μέχρι το σταυρικό θάνατο του Χριστού, ως όργανο του κακού, χρησιμοποιούνταν για την καταστροφή και το θάνατο. Αφότου ο Θεός καταδέχτηκε να καρφωθεί και να πεθάνει πάνω σ’ αυτόν μεταβλήθηκε σε όπλο εναντίων εκείνων που το χρησιμοποιούσαν.

 

Η Εκκλησία μας ψάλλει θριαμβευτικά: «Κύριε όπλον κατά του διαβόλου τον σταυρόν Σου ημίν δέδωκαςφρύττει γαρ και τρέμει μη φέρων καθοράν αυτού την δύναμιν, ότι νεκρούς ανιστά και θάνατον κατήργησεν». Το σύμβολο του Τιμίου Σταυρού είναι το θαυμαστό φυλακτήριο των πιστών. Δεν υπάρχει αγιαστική πράξη της Εκκλησίας μας που να μην σταυρώνονται οι πιστοί, δεν υπάρχει στιγμή προσευχής που να μην ποιούμε το σημείο του Σταυρού, δεν υπάρχει δύσκολη στιγμή που να μην αγιάζουμε το σώμα μας με το σημείο του Σταυρού για να θωρακιζόμαστε έτσι κατά των δυνάμεων του κακού. Ο Τίμιος Σταυρός αντικατέστησε όλα τα δεισιδαίμονα και αναποτελεσματικά φυλακτήρια του παρελθόντος.

 

Οι πιστοί πλέον φέρουν με καμάρι Αυτόν ως πολύτιμο και αποτελεσματικό φυλακτήριο κατά του κακού, αλλά και ως ομολογία της πίστης τους στην μεγάλη απολυτρωτική θυσία του Χριστού. Πρέπει να επισημάνουμε εδώ την φανερή αποστροφή, ακόμα και την έχθρα προς τον Σταυρό του Χριστού, πολλών αιρετικών χριστιανικών ομάδων. Στο σύνολό του, λοιπόν, ο προτεσταντικός κόσμος δεν αποδίδει καμιά τιμή στο Σταυρό. Είναι γνωστό πως οι προτεστάντες δεν κάνουν το σημείο του Σταυρού και χρησιμοποιούν αυτόν μόνο ως διακοσμητικό στοιχείο!.

 

Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά μάλιστα, χειρότερα από αυτούς μάχονται με λύσσα το σημείο του Σταυρού. Δεν προφέρουν καν το όνομα Σταυρός και αντ’ αυτού τον ονομάζουν πάσαλο. Στην Καινή Διαθήκη έχουν αντικαταστήσει την ονομασία του Σταυρού με ξύλο!

 

Η κατάσταση της κατάνυξης και της χαρμολύπης που δημιουργεί στην ψυχή μας η παρουσία και θέα του Τιμίου Σταυρού μας κάνει να υπομένουμε με καρτερία και υπομονή τα προβλήματα της ζωής, δηλαδή να υπομένουμε τον προσωπικό μας σταυρό (Ματθ.16:24), ελπίζοντας εξάπαντος στην επερχόμενη ανάσταση, μεταφορικά και κυριολεκτικά. Αυτή η ακράδαντη πίστη μας δίνει δύναμη και μας κάνει να αντιμετωπίζουμε τη ζωή με αισιοδοξία, σε αντίθεση με την παποπροτεστατική Δύση, η οποία ζητά εναγωνίως την ευδαιμονία χωρίς τη θυσία, δηλαδή ζητά την ανάσταση χωρίς το σταυρό. Γι’ αυτό και δεν μπορεί να τη συναντήσει πουθενά.

 

Η ελληνορθόδοξη παράδοσή μας έχει ως βάση την παύλειο αρχή «ει δε απεθάνομεν συν Χριστώ, πιστεύομεν ότι και συζήσομεν αυτώειδότες ότι Χριστός εγερθείς εκ νεκρών ουκέτι αποθνήσκει, θάνατος αυτού ουκέτι κυριεύει»(Ρωμ.6:8-9). Αυτό μας κάνει να ξεχωρίζουμε από την αιρετική Δύση, η οποία όζει από απαισιοδοξία, εξαιτίας του πνευματικού της θανάτου, μη έχοντας ελπίδα αναστάσεως, διότι δεν πιστεύει στη δύναμη του Σταυρού του Χριστού και δεν έχει την ταπεινή διάθεση να συσταυρωθεί μαζί Του, για να μπορέσει έτσι να συναναστηθεί με Αυτόν.

 

Για να μπορεί όμως ο άνθρωπος να λάβει τον θείο αγιασμό μέσω του Σταυρού είναι απαραίτητο να πιστέψει στο Λυτρωτή Χριστό και στην σταυρική απολυτρωτική Του Θυσία. Επίσης πρέπει να σταυρώσει και αυτός τον εαυτό του όπως και ο Χριστός, να συσταυρωθεί μαζί Του, όχι βέβαια κυριολεκτικά όπως κάνουν κάποιοι παπικοί, που κάθε χρόνο τη Μ. Παρασκευή σταυρώνονται σε ξύλο σταυρού, αλλά πρέπει να σταυρώσει ο άνθρωπος όχι το σαρκίο του, αλλά τον αμαρτωλό και κακό εαυτό του, «ταις του βίου ηδοναίς», όπως προτρέπει ο ιερός υμνογράφος της Μ. Εβδομάδος. «ίνα και συζήσωμεν αυτώ (τω Χριστώ)».

 

Η μεγάλη εορτή της Παγκοσμίου Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού είναι μια ακόμα ευκαιρία για όλους μας να σκεφτούμε τις άπειρες δωρεές του Θεού στη ζωή μας. Να στρέψουμε το βλέμμα μας στο εκθαμβωτικό φως του Σταυρού προκειμένου να διαλύσουμε το σκοτεινό έρεβος των αμαρτιών της ψυχής μας.

 

Δεν έχουμε πολλές επιλογές, ή αποδεχόμαστε τη λυτρωτική δύναμη του Σταυρού του Χριστού και σωζόμαστε, ή παραμένουμε δούλοι της αμαρτίας και φορείς του κακού και χανόμαστε. Η κλήση προς τη λύτρωση είναι πάντα ανοιχτή, φτάνει να πάρουμε τη μεγάλη απόφαση και να την αποδεχτούμε. Ο Κύριος μας περιμένει.


Κυριακή 24 Αυγούστου 2025

 


ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ ΜΑΤΘΑΙΟΥ  24-8-2025
Παραβολή του κακού δούλου των μυρίων ταλάντων.
Περί σκληροκαρδίας

Αγ.Λουκά Κριμαίας

    Ποιος άνθρωπος δεν θα θυμώσει και δεν θα δια­μαρτυρηθεί ακούγοντας την παραβολή του κάκου δού­λου στον όποιο ό κύριος του συγχώρεσε ένα μεγάλο χρέος ενώ αυτός δεν ήθελε να συγχωρέσει στον πλη­σίον του ένα μικρό;

   Ταράζεται ή καρδιά μας όταν βλέπουμε τίς χειρό­τερες εκδηλώσεις των παθών καί της άμ»ρτωλότητας των ανθρώπων. Σωστά είπε ό προφήτης Δαβίδ «Καί έρρύσατο την ψυχήν μου εκ μέσον σκύμνων, έκοιμήθην τεταραγμένος υιοί ανθρώπων, οι οδόντες αυτών όπλα καί βέλη, καί ή γλώσσα αυτών μάχαιρα οξεία» (Ψαλ. 56, 5). Καί δεν το λέει για τους φονιάδες καί τους κακούργους αλλά για μας τους απλούς ανθρώ­πους. Εμάς μας αποκαλεί λιοντάρια καί λέει ότι τα δόντια μας είναι όπλα καί βέλη και ή γλώσσα - ακο­νισμένο σπαθί. Καί το σπαθί είναι όργανο του φόνου.

     Αν ή γλώσσα μας είναι σαν το αιχμηρό σπαθί τό­τε μπορούμε να την χρησιμοποιήσουμε για να φο­νεύουμε τους ανθρώπους. Καί όντως πολλές φορές το κάνουμε καί δεν θεωρούμε τους εαυτούς μας δολοφό­νους. Πληγώνουμε την καρδιά του πλησίον με συκο­φαντία καί ψέμμα, προσβάλλουμε τη δική του ανθρώ­πινη αξιοπρέπεια, ταράζουμε την καρδιά του με κακο­λογία, - αυτό δεν είναι πνευματικός φόνος;
   Άκούμε πώς κάποιος από τους γνωστούς ανθρώ­πους μοιχεύει καί θυμώνουμε μ' αυτόν. Δεν είναι δύ­σκολο να θυμώνεις με τους άλλους.Δύσκολο είναι να  θυμώνεις με τον εαυτό σου. "Εχουμε δικαίωμα να θυ­μώνουμε με τους άλλους ενώ οι ϊδιοι δεν έχουμε την καθαρότητα πού ζητά από μας ό Χριστός; Πόσοι από μας δεν έχουν κοιτάξει ποτέ γυναίκα ή άνδρα με πό­θο; Λίγοι, πολύ λίγοι.
  Ό Κύριος "Ιησούς Χριστός κάθε ακάθαρτο βλέμ­μα πού ρίχνουμε στη γυναίκα το ονομάζει μοιχεία. Καί αν ακόμα δεν την κάναμε με το σώμα, στην καρ­διά μας την είχαμε κάνει.
Ένας μεγάλος ιεράρχης, ό άγιος Τυχών του Ζαντόνσκ, λέει το έξής:«Τις αμαρτίες πού βλέπουμε στους άλλους τις έχουμε καί εμείς». Αυτό είναι πολύ σωστό.
   Όλες οι αμαρτίες πού βλέπουμε στους άλλους υ­πάρχουν και μέσα μας,ίσως σε βαθμό πιο μικρό, αλ­λά έχουμε το ίδιο ακάθαρτη καρδιά πού ή ακαθαρσία της φανερώνεται με τίς προσβολές του πλησίον και το μίσος εναντίον του. Τέτοια ακαθαρσία υπάρχει στην καρδιά κάθε ανθρώπου. Γι'αυτό, τον λόγο του μεγάλου Ιεράρχη πρέπει να τον θυμόμαστε καί να τον έχουμε πάντα στην καρδιά μας.
Όταν βλέπουμε την άμαρτωλότητα των άλλων πρέπει να δούμε την δική μας καρδιά και να αναρωτη­θούμε «Εγώ είμαι καθαρός από αμαρτία, δεν υπάρχει μέσα μου το ίδιο πάθος πού βλέπω στον αδελφό μου;»
  Πάντα θυμόμαστε αυτά πού μας προκαλούν μεγα­λύτερη εντύπωση. Θυμόμαστε, για παράδειγμα τους σεισμούς. Καί όσο πιο συμπονετική είναι ή καρδιά μας τόσο περισσότερο χρόνο θυμόμαστε τα δυστυχή­ματα. Ενώ οι σκληρόκαρδοι άνθρωποι τα ξεχνάνε πο­λύ γρήγορα.
   Δεν δουλεύουν έτσι οί σεισμολόγοι. Πάντα έχουν στο νου τους τους σεισμούς καί κάθε μέρα κάνουν τις ανάλογες μετρήσεις. Άπ' αυτούς πρέπει να παίρνουμε το παράδειγμα. Όπως οί σεισμολόγοι πάντα με προ­σοχή παρακολουθούν τίς δονήσεις στο εσωτερικό ή την επιφάνεια της γης, το ίδιο πρέπει εμείς να παρα­κολουθούμε ακούραστα τίς κινήσεις της δικής μας καρδιάς καί να διώχνουμε από μέσα της κάθε ακαθαρ­σία. Να προσέχουμε τίς σκέψεις μας, τις επιθυμίες, τα κίνητρα καί τίς πράξεις. Να τα αναλύουμε με προσο­χή εξετάζοντας μήπως υπάρχει σ' αυτά κάτι αμαρτω­λό.
  "Αν μιμηθούμε τους σεισμολόγους και παρακολου­θούμε με προσοχή τίς κινήσεις της δικής μας καρ­διάς, τότε θα συνειδητοποιήσουμε την δικη μας άμαρτωλότητα καί την άναξιότητα καί δεν θα δίνουμε προ­σοχή σ' αυτά πού κάνουν οί άλλοι καί δεν θα τους κα­τακρίνουμε γι' αυτά πού κάνουν.
Προκαλεί αγανάκτηση ή συμπεριφορά του κακού δούλου πού ό ευσπλαγχνος κύριος μόλις του άφησε μεγάλο χρέος δέκα χιλιάδων ταλάντων καί εκείνος μόλις είδε κάποιον πού του οφείλε μόνο εκατό δηνά­ρια τον έπιασε καί άρχισε να τον σφίγγει. Ό φτωχός τον παρακαλούσε καί του έλεγε ίδια λόγια πού μόλις πρίν λίγο ό άσπλαγχνος δούλος έλεγε μπροστά στον κύριο «Μακροθύμησον έπ' έμοί καί αποδώσω σοι» (Μτ. 18, 29). Άλλα εκείνος δεν θέλει να περιμένει καί βάζει στην φυλακή τον οφειλέτη του.
   Τί πιο άδικο μπορεί να υπάρχει;
  Είναι έσχατος βαθμός σκληροκαρδίας καί άσπλαγχνίας, είναι πλήρης απουσία της ευσπλαχνίας, της θέλησης καί της ικανότητας να αφήνει κανείς στον πλησίον τα όφειλήματά του. Είναι ή λήθη εκεί­νης της αίτησης πού κάθε μέρα απευθύνουμε στον Θεό:«Καί αφες ήμίν τα όφειλήματά ημών, ως καί ήμείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών». Δεν θέλουμε να αφήνουμε στον πλησίον τα όφειλήματά του, περιμέ­νουμε όμως από τον Θεό να μας αφήσει τα δικά μας.
   Την πιο σκοτεινή πλευρά της ψυχής του έδειξε αυτός ό άκαρδος άνθρωπος στον πλησίον του. Ποια ήταν ή αιτία να φερθεί τόσο σκληρά και να καταπα­τήσει το δίκαιο; Πρώτ' άπ' όλα ήταν ό εγωισμός του, ή φιλαυτία του. Λογάριαζε μόνο τον εαυτό του και δεν σκεφτόταν τους άλλους, μόνο για τον εαυτό του ή­θελε καλό. Όλες οί σκέψεις καί επιδιώξεις του ήταν στο να αποκτήσει όσο γίνεται πιο πολλά.Ηταν πολύ μεγάλος εγωιστής. Δεν του αρκούσε ότι πήρε από τον κύριο δέκα χιλιάδες τάλαντα, δεν μπορούσε να ξεχά­σει καί εκείνα τα εκατό δηνάρια πού του χρωστούσε ό φτωχός.
"Ας δούμε όμως τη δική μας καρδιά. Δεν υπάρχει μέσα μας σκληροκαρδία καί φιλαργυρία; Πόσοι από μας περιφρονούν τα λεφτά καί δεν επιδιώκουν τον πλούτο; Λίγοι, πολύ λίγοι. Φιλαργυρία είναι ή αμαρ­τία των περισσότερων ανθρώπων. Αγανακτώντας για την φιλαργυρία του κάλου δούλου, πρέπει με ταπείνω­ση να παραδεχτούμε ότι καί εμείς ευθυνόμαστε για την ΐδια αμαρτία. Στό παράδειγμα του κάκου αύτοΰ δούλου βλέπουμε την χειρότερη εκδήλωση του πά­θους του εγωισμού καί της φιλαργυρίας. Όμως δεν α­γαπάμε καί εμείς τον εαυτό μας πιο πολύ από τον πλη­σίον μας; Τηρούμε την εντολή"           «Αγαπήσεις τον πλη­σίον σου ως σεαυτόν» (Μτ. 19, 19);
Αγαπάμε τον εαυτό μας καί για τους άλλους λίγο νοιαζόμαστε. Αυτό σημαίνει εγωισμός, είναι το πάθος πού σε τέτοια άσχημη μορφή εκδηλώθηκε στην περί­πτωση του κάκου δούλου.Ήταν άνθρωπος σκληρόκαρδος καί άσπλαχνος. Εμείς όμως μπορούμε να πουμε για τον εαυτό μας ότι τηρούμε την εντολή του Χρί­στου1 «Γίνεσθε ούν οικτίρμονες, καθώς καί ό πατήρ υ­μών οίκτίρμων εστί;» (Λκ. 6, 36).
   Ποιος αγαπάει τον πλησίον του σαν τον εαυτό του; Ποιος τον φροντίζει όπως φροντίζει τον εαυτό του; Μόνο οι άγιοι. Εμείς δεν είμαστε άγιοι γιατί ό­λοι έχουμε τα ϊδια πάθη πού βλέπουμε στους άλλους, όπως είπε ό άγιος Τυχών του Ζαντόνσκ.
  Πολλές φορές δεν δείχνουμε έλεος στους οφειλέτες μας. Άλλα ό απόστολος Ιάκωβος λέει' «Ή γαρ κρίσις άνέλεος τω μη ποιήσαντι έλεος» (Ίακ. 2, 13). Να τρο­μάζουμε ακούγοντας αυτά τα λόγια του αποστόλου για­τί θα έχουμε την ίδια μοίρα με τον άσπλαχνο δούλο, τον όποιο οργισμένος ό κύριος παρέδωσε στους βασα­νιστές, ώσπου να ξεπληρώσει όλο το χρέος.
    Στό τέλος της παραβολής ό Χριστός είπε «Ούτω καί ό πατήρ μου ό επουράνιος ποιήσει ύμίν, εάν μη άφήτε έκαστος τω άδελφω αυτόν από των καρδιών υ­μών τα παραπτώματα αυτών» (Μτ. 18, 35).
    Μία άλλη φορά ό Χριστός είπε «Εάν γαρ άφήτε τοις άνθρώποις τα παραπτώματα αυτών, αφήσει καί ύ­μίν ό πατήρ υμών ό ουράνιος' εάν δε μη άφήτε τοις άνθρώποις τα παραπτώματα αυτών, ουδέ ό πατήρ υ­μών αφήσει τα παραπτώματα υμών» (Μτ. 6, 14-15).
     Ό Κύριος μας είπε να προσευχόμαστε με την προ­σευχή πού έδωσε στους μαθητές του, ή οποία λέει «Καί άφες ήμΐν τα όφειλήματα ημών, ως καί ημείς άφίεμεν τοις όφειλέταις ημών». Αυτά τα λόγια επανα­λαμβάνουμε κάθε μέρα.
Βλέπετε ότι ή απαίτηση είναι μεγάλη. Δεν μπο­ρούμε όταν, βλέπουμε τίς κακίες πού κάνουν οί άλλοι, μόνο να αγανακτούμε, - πρέπει να θυμόμαστε τον λόγο' «πρόσεχε σεαυτόν».
    Να προσέχεις πάντα την καρδιά σου, την κάθε κί­νηση της, ακόμα καί τις πιο ασήμαντες εκδηλώσεις των παθών μέσα της. "Ας θυμόμαστε πάντα τον λόγο του αποστόλου Παύλου στην επιστολή προς Έφεσίους" «Γίνεσθαι δε εις αλλήλους χρηστοί, ενσπλαγχνοι, χαριζόμενοι έαυτοίς καθώς καί ό Θεός εν Χρι­στώ έχαρίσατο υμίν» (Εφ. 4, 32). Πρέπει να συγχω­ρούμε τους άλλους έτσι όπως το είπε ό Χριστός στο τέλος της παραβολής, - με όλη την καρδιά.
     Ας μάθουμε να κάνουμε αυτό πού ζητάει από μας ό Χριστός - να είμαστε σπλαχνικοί, όπως είναι εΰσπλαχνος ό επουράνιος Πατέρας μας καί με όλη την, καρδιά να συγχωρούμε στον πλησίον τα παραπτώμα­τα του. Τότε καί εμάς θα μας συγχωρήσει ό επουρά­νιος Πατέρας μας. Αμήν.
Από το βιβλίο  « Αγ. Λουκά επισκόπου Κριμαίας-Λόγοι και ομιλίες»Τόμος Γ Ορθόδοξος Κυψέλη

Πέμπτη 14 Αυγούστου 2025

 



«Λόγος εἰς τὴν Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου»
Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ

(νεοελληνικὴ ἀπόδοση)
ἀπόσπασμα ἀπὸ τὶς Πατερικὲς ἐκδόσεις
«Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς»

... Ἂν ὁ θάνατος τῶν ὁσίων εἶναι τίμιος καὶ ἡ μνήμη δικαίου συνοδεύεται ἀπὸ ἐγκώμια, πόσο μᾶλλον τὴν μνήμη τῆς ἁγίας τῶν ἁγίων, διὰ τῆς ὁποίας ἐπέρχεται ὅλη ἡ ἁγιότης στοὺς ἁγίους, δηλαδὴ τὴ μνήμη τῆς ἀειπάρθενης καὶ Θεομήτορος, πρέπει νὰ τὴν ἐπιτελοῦμε μὲ τὶς μεγαλύτερες εὐφημίες.

Αὐτὸ πράττουμε ἑορτάζοντας τὴν ἐπέτειο τῆς ἁγίας κοιμήσεως ἢ μεταστάσεώς της, ποὺ ἂν καὶ μὲ αὐτὴ εἶναι λίγο κατώτερη ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους, ὅμως ξεπέρασε σὲ ἀσύγκριτο βαθμὸ καὶ τοὺς ἀγγέλους καὶ τοὺς ἀρχαγγέλους καὶ ὅλες τὶς ὑπερκόσμιες δυνάμεις διὰ τῆς ἐγγύτητός της πρὸς τὸν Θεὸ καὶ διὰ τῶν ἀπὸ παλαιὰ γραμμένων καὶ πραγματοποιημένων σ᾿ αὐτὴ θαυμασίων.

Ὁ θάνατός της εἶναι ζωηφόρος, μεταβαίνοντας σὲ οὐράνια καὶ ἀθάνατο ζωή, καὶ ἡ μνήμη τούτου εἶναι χαρμόσυνη ἑορτὴ καὶ παγκόσμια πανήγυρις, ποὺ ὄχι μόνο ἀνανεώνει τὴ μνήμη τῶν θαυμασίων τῆς Θεομήτορος, ἀλλὰ καὶ προσθέτει τὴ κοινὴ καὶ παράδοξη συνάθροιση τῶν ἱερῶν Ἀποστόλων ἀπὸ κάθε μέρος τῆς γῆς γιὰ τὴν πανίερη κηδεία της, μὲ θεολήπτους ὕμνους, μὲ τὶς ἀγγελικὲς ἐπιστασίες καὶ χοροστασίες καὶ λειτουργίες γι᾿ αὐτήν.

Οἱ Ἀπόστολοι προπέμπουν, ἀκολουθοῦν, συμπράττουν, ἀποκρούουν, ἀμύνονται καὶ συνεργοῦν μὲ ὅλη τη δύναμη μαζὶ μὲ ἐκείνους ποὺ ἐγκωμιάζουν τὸ ζωαρχικὸ καὶ θεοδόχο ἐκεῖνο σῶμα, τὸ σωστικὸ φάρμακο τοῦ γένους μας, τὸ σεμνολόγημα ὅλης τῆς κτίσεως.

Ἐνῷ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος Σαβαὼθ καὶ Υἱὸς αὐτῆς τῆς ἀειπάρθενης, εἶναι ἀοράτως παρὼν καὶ ἀποδίδει στὴ μητέρα τὴν ἐξόδιο τιμή. Σὲ αὐτοῦ τὰ χέρια ἐναπέθεσε καὶ τὸ θεοφόρο πνεῦμα, διὰ τοῦ ὁποίου ἔπειτα ἀπὸ λίγο μεταθέτει καὶ τὸ συζυγικὸ πρὸς ἐκεῖνο σῶμα σὲ χῶρο ἀείζωο καὶ οὐράνιο.

Διότι μόνο αὐτή, εὑρισκομένη ἀνάμεσα στὸ Θεὸ καὶ σ᾿ ὁλόκληρο τὸ ἀνθρώπινο γένος, τὸν μὲν Θεὸ κατέστησε υἱὸν ἀνθρώπου, τοὺς δὲ ἀνθρώπους ἔκανε υἱοὺς Θεοῦ, οὐρανώσασα τὴ γῆ καὶ θεώσασα τὸ γένος. Καὶ μόνο αὐτὴ ἀπὸ ὅλες τὶς γυναῖκες ἀναδείχθηκε μητέρα τοῦ Θεοῦ ἐκ φύσεως πάνω ἀπὸ κάθε φύση. Ὑπῆρξε βασίλισσα κάθε ἐγκοσμίου καὶ ὑπερκοσμίου κτίσματος.

Τώρα ἔχοντας καὶ τὸν οὐρανὸ κατάλληλο κατοικητήριο, ὡς ταιριαστό της βασίλειο, στὸν ὁποῖο μετατέθηκε σήμερα ἀπὸ τὴ γῆ, στάθηκε καὶ στὰ δεξιὰ τοῦ παμβασιλέως μὲ διάχρυσο ἱματισμὸ ντυμένη καὶ στολισμένη, ὅπως λέγει ὁ προφήτης. (Ψαλμ. 44,11). Διάχρυσο ἱματισμό, ποὺ σημαίνει στολισμένη μὲ τὶς παντοειδεῖς ἀρετές. Διότι μόνο αὐτὴ κατέχει τώρα μαζὶ μὲ τὸ θεοδόξαστο σῶμα καὶ μὲ τὸν Υἱό, τὸν οὐράνιο χῶρο. Δὲν μποροῦσε πραγματικὰ γῆ καὶ τάφος καὶ θάνατος νὰ κρατεῖ ἕως τὸ τέλος τὸ ζωαρχικὸ καὶ θεοδόχο σῶμα της καὶ ἀγαπητὸ ἐνδιαίτημα οὐρανοῦ καὶ τοῦ οὐρανοῦ τῶν οὐρανῶν.

Ἀποδεικτικὸ γιὰ τοὺς μαθητὲς στοιχεῖο περὶ τῆς ἀναστάσεώς της ἀπὸ τοὺς νεκροὺς γίνονται τὰ σινδόνια καὶ τὰ ἐντάφια, ποὺ μόνα ἀπέμειναν στὸ τάφο καὶ βρέθηκαν ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἦλθαν νὰ τὴν ζητήσουν, ὅπως συνέβηκε προηγούμενα μὲ τὸν Υἱὸ καὶ Δεσπότη. Δὲν χρειάσθηκε νὰ μείνει καὶ αὐτὴ ἐπίσης γιὰ λίγο πάνω στὴ γῆ, ὅπως ὁ Υἱός της καὶ Θεός, γι᾿ αὐτὸ ἀναλήφθηκε ἀμέσως πρὸς τὸν ὑπερουράνιο χῶρο ἀπὸ τὸν τάφο.

Μὲ τὴν ἀνάληψή της ἡ Θεομῆτορ συνῆψε τὰ κάτω μὲ τὰ ἄνω καὶ περιέλαβε τὸ πᾶν μὲ τὰ γύρω της θαυμάσια, ὥστε καὶ τὸ ὅτι εἶναι ἐλαττωμένη πολὺ λίγο ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους, γευόμενη τὸ θάνατο, αὐξάνει τὴ ὑπεροχή της σὲ ὅλα . Καὶ ἔτσι εἶναι ἡ μόνη ἀπὸ ὅλους τοὺς αἰῶνες καὶ ἀπὸ ὅλους τοὺς ἀρίστους ποὺ διαιτᾶται μὲ τὸ σῶμα στὸν οὐρανὸ μαζὶ μὲ τὸν Υἱὸ καὶ Θεό.

Ἡ Θεομήτωρ εἶναι ὁ τόπος ὅλων τῶν χαρίτων καὶ πλήρωμα κάθε καλοκαγαθίας καὶ εἰκόνα κάθε ἀγαθοῦ καὶ κάθε χρηστότητος, ἀφοῦ εἶναι ἡ μόνη ποὺ ἀξιώθηκε ὅλα μαζὶ τὰ χαρίσματα τοῦ Πνεύματος καὶ μάλιστα ἡ μόνη ποὺ ἔλαβε παράδοξα στὰ σπλάχνα της ἐκεῖνον στὸν ὁποῖο βρίσκονται οἱ θησαυροὶ ὅλων τῶν χαρισμάτων. Τώρα δὲ μὲ τὸ θάνατό της προχώρησε ἀπὸ ἐδῶ πρὸς τὴν ἀθανασία καὶ δίκαια μετέστη καὶ εἶναι συγκάτοικος μὲ τὸν Υἱὸ στὰ ὑπερουράνια σκηνώματα καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἐπιστατεῖ μὲ τὶς ἀκοίμητες πρὸς αὐτὸν πρεσβεῖες ἐξιλεώνοντας αὐτὸν πρὸς ὅλους μας.

Εἶναι τόσο πολὺ πλησιέστερη ἀπὸ τοὺς πλησιάζοντας τὸ Θεό, ὄχι μόνο ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ αὐτὲς τὶς ἀγγελικὲς ἱεραρχίες. «Τὰ Σεραφὶμ στέκονταν γύρω τοῦ» (Ἡσαΐας 6,2) καὶ ὁ Δαυῒδ λέγει: «παρέστη ἡ βασίλισσα στὰ δεξιά σου».

Βλέπετε τὴ διαφορὰ τῆς στάσεως; Ἀπὸ αὐτὴ μπορεῖτε νὰ καταλάβετε καὶ τὴ διαφορά της, κατὰ τὴν ἀξία τῆς τάξεως. Διότι τὰ Σεραφεὶμ ἦταν γύρω ἀπὸ τὸ Θεό, πλησίον δὲ στὸν ἴδιο μόνο ἡ βασίλισσα καὶ μάλιστα στὰ δεξιά του. Ὅπου κάθισε ὁ Χριστὸς στὸν οὐρανό, δηλαδὴ στὰ δεξιά της μεγαλωσύνης, ἐκεῖ στέκεται καὶ αὐτὴ τώρα ποὺ ἀνέβηκε ἀπὸ τὴ γῆ στὸν οὐρανό.

Ποιὸς δὲν γνωρίζει ὅτι ἡ Παρθενομήτωρ εἶναι ἐκείνη ἡ βάτος ποὺ ἦταν ἀναμμένη ἀλλὰ δὲν καταφλεγόταν. (Ψαλμ. 44,19). Καὶ αὐτὴ ἡ λαβίδα, ποὺ πῆρε τὸ Σεραφίμ, τὸν ἄνθρακα ἀπὸ τὸ θυσιαστήριο, ποὺ συνέλαβε δηλαδὴ ἀπυρπολήτως τὸ θεῖο πῦρ καὶ κανεὶς ἄλλος δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἔλθει πρὸς τὸ Θεό. Ἑπομένως μόνη αὐτὴ εἶναι μεθόριο τῆς κτιστῆς καὶ τῆς ἄκτιστης φύσεως.

Ποιὸς θὰ ἀγαποῦσε τὸ Υἱὸ καὶ Θεὸ περισσότερο ἀπὸ τὴ μητέρα, ἡ ὁποία ὄχι μόνο μονογενῆ τὸν γέννησε, ἀλλὰ καὶ μόνη της αὐτὴ χωρὶς ἀνδρικὴ ἕνωση, ὥστε νὰ εἶναι τὸ φίλτρο διπλάσιο.

Ὅπως λοιπόν, ἀφοῦ μόνο δι᾿ αὐτῆς ἐπεδήμησε πρὸς ἐμᾶς, φανερώθηκε καὶ συναναστράφηκε μὲ τοὺς ἀνθρώπους, ἐνῷ πρὶν ἦταν ἀθέατος, ἔτσι καὶ στὸν μελλοντικὸ ἀτελεύτητο αἰώνα κάθε πρόοδος καὶ ἀποκάλυψη μυστηρίων χωρὶς αὐτὴν θὰ εἶναι ἀδύνατος.

Διὰ μέσου τῆς Θεομήτορος θὰ ὑμνοῦν τὸ Θεὸ γιατὶ αὐτὴ εἶναι ἡ αἰτία, ἡ προστάτης καὶ πρόξενος τῶν αἰωνίων. Αὐτὴ εἶναι θέμα τῶν προφητῶν, ἀρχὴ τῶν Ἀποστόλων, ἑδραίωμα τῶν μαρτύρων, κρηπὶς τῶν διδασκάλων, ἡ ρίζα τῶν ἀπορρήτων ἀγαθῶν, ἡ κορυφὴ καὶ τελείωση κάθε ἁγίου.

Ὦ Παρθένε θεία καὶ τώρα οὐρανία, πῶς νὰ περιγράψω ὅλα σου τὰ προσόντα; Πῶς νὰ σὲ δοξάσω, τὸ θησαυρὸ τῆς δόξας; Ἐσένα καὶ ἡ μνήμη μόνο ἁγιάζει αὐτὸν ποὺ τὴν χρησιμοποιεῖ.

Μετάδωσε πλούσια λοιπὸν τὰ χαρίσματά σου στὸ λαό σου, Δέσποινα, δῶσε τὴ λύση τῶν δεινῶν μας, μετάτρεψε ὅλα πρὸς τὸ καλύτερο μὲ τὴ δύναμή σου, δίδοντας τὴ χάρη σου γιὰ νὰ δοξάζουμε τὸ προαιώνιο Λόγο ποὺ σαρκώθηκε ἀπὸ σένα γιὰ μᾶς μαζὶ με τὸν ἄναρχο Πατέρα καὶ τὸ ζωοποιὸ Πνεῦμα, τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς ἀτελευτήτους αἰῶνες. Γένοιτο....


Δευτέρα 4 Αυγούστου 2025

 ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΘΕΙΑ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ 6


Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΟΣ  ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ




   Ο Ιησούς στο όρος Θαβώρ, µπροστά στα έκπληκτα µάτια των τριών Μαθητών Του, "µεταµορφώθηκε µπροστά τους· έλαµψε το πρόσωπό Του σαν τον ήλιο και τα ενδύµατά Του έγιναν άσπρα σαν το φως" (Ματθ. 17,2). Οι Μαθητές ήσαν συνηθισµένοι να βλέπουν τον Διδάσκαλό τους ως ένα απλό άνθρωπο. Πρώτη φορά Τον βλέπουν µέσα στο λαµπρό φως και να ακτινοβολεί το υπερκόσµιο φώς Του ως άλλος ήλιος. Μεγάλη η έκπληξή τους και όταν είδαν να εµφανίζονται δίπλα στον Ιησού οι Προφήτες Μωυσής και Ηλίας, να συνοµιλούν µαζί Του, και να επιβεβαιώνουν µε τη στάση τους ότι ο Ιησούς είναι ο Μεσσίας, του οποίου τον ερχοµό στον κόσµο ως Σωτήρα είχαν εξαγγείλει αιώνες πριν. Και ο θαυµασµός των Μαθητών κορυφὠθηκε όταν µέσα από ένα φωτεινό σύννεφο που τους σκέπασε, άκουσαν τη φωνή του Θεού Πατέρα να τους λέγει: "Αυτός είναι ο αγαπηµένος µου Υιός, αυτός είναι ο εκλεκτός µου· αυτόν να ακούτε" (Ματθ. 1,5). Η Μεταµόρφωση, όπως επεξηγούν και οι ύµνοι της Εκκλησίας, έγινε για να ενισχύσει ο Κύριος τους Μαθητές Του και να στερεώσει την πίστη τους προς Αυτόν, ώστε να µη σκανδαλιστούν και απογοητευτούν, όταν αργότερα θα Τον έβλεπαν να υποβάλλεται σε φρικτά πάθη και να πεθαίνει επάνω στον Σταυρό! Έτσι, τους διαφύλαξε από την απελπισία, και τους έδωσε τη δύναµη, αργότερα, κατά τις αποστολικές τους περιοδείες στα έθνη, να διακηρύττουν µε επιχειρήµατα ότι ο Ιησούς είναι ο αληθινός Θεός. Αργότερα, ο Πέτρος στην Β' Επιστολή του µε έµφαση αναφέρεται στο γεγονός της Μεταµορφώσεως του Κυρίου, για τα όσα είδε και άκουσε, και βεβαιώνει: "Δεν βασιστήκαµε σε περίτεχνους µύθους για να σας γνωστοποιήσουµε τη δυναµική έλευση του Κυρίου µας Ιησού Χριστού. Με τα ίδια µας τα µάτια είδαµε το µεγαλείο Του, τότε που ο Θεός Πατέρας Του έδωσε τιµή και δόξα, κι η ένδοξη µεγαλοπρέπειά Του αναφώνησε γι' Αυτόν τέτοια φωνή: Αυτός είναι ο αγαπητός µου Υιός, αυτός είναι ο εκλεκτός µου. Κι αυτή τη φωνή εµείς οι ίδιοι, που ήµασταν µαζί Του στο άγιο εκείνο βουνό, την ακούσαµε να έρχεται από τον ουρανό" (Β' Πέτρ. 1,16-18). Πρέπει εδώ να υπογραµµιστεί πως, κατά την Μεταµόρφωσή Του, ο Κύριος αποκάλυψε -στο µέτρο των δυνατοτήτων των Μαθητών Του- την θεϊκή Του Δόξα, την οποία ως Θεός πάντοτε έχει. Όπως γνωρίζουµε από την Αγία Γραφή ο Θεός είπε στον Μωυσῆ: "...δέν εἶναι δυνατόν νά ἰδῇ ἄνθρωπος τό πρόσωπόν µου καί νά ζήσῃ" (Ἔξοδ. 33,20). Η δόξα του Θεού είναι ασύλληπτη· ο Κύριος από αυτή τη θεϊκή Δόξα Του, ἕνα µικρό µέρος άφησε να ιδούν οι τρεις Μαθητές Του σάν θεϊκό φως, όσο ήταν δυνατόν να αντέξουν. Όπως ψάλλουµε στη θεία Λειτουργία, ο Θεός είναι "το Φώς το αληθινόν"· αυτό το υπερκόσµιο φώς δεν έχει καµµία σχέση µε το φυσικό φώς του ηλίου. Σηµειώνουν οι Ευαγγελιστές ότι έλαµψε «σαν ήλιος», γιατί δεν είχαν άλλο µέτρο συγκρίσεως, για να δείξουν πόσο δυνατό φως ήταν αυτό που ακτινοβολούσε το πρόσωπο του Χριστού. Έτσι υπέδειξαν ότι το Φως της Μεταµόρφωσης είναι άλλο από το κτιστό φως του ήλιου. Το θείο φως είναι "άκτιστο" όπως το χαρακτηρίζουν οι Πατέρες· δηλαδή δεν δηµιουργήθηκε όπως τα άλλα είδη φωτός, αλλά είναι αιώνιο, όπως ο Θεός, συνεχές και υπερχρόνιο. Ο Κύριος, εκείνη την ώρα, φανέρωσε τη Χάρη του µέσα από το πανάχραντο Σώµα Του, δείχνοντας έτσι, ότι η Δόξα της ανθρώπινης φύσης Του, περιβάλλει και την Εκκλησία Του, αφού, κατά τον Απόστολο Παύλο η Εκκλησία είναι το Σώµα του Χριστού. Αλλά και οι πιστοί, που είναι µέλη αυτού του Σώµατος του Κυρίου, µετέχουν της θείας δόξας και της Χάριτος του Θεού, όπως οι δύο Προφήτες και οι τρεις Μαθητές που βρέθηκαν µέσα στο φωτεινό σύννεφο (στίχ.5). Η συνοµιλία του Ιησού, κατά την ώρα της θείας Μεταµόρφωσης, µε τους δύο Προφήτες, για το Σταυρικό θάνατο που θα υφίστατο σε λίγο, φανερώνει και τη στενή σχέση που έχουν τα δύο αυτά γεγονότα. Και το κοινό χαρακτηριστικό τους είναι η δόξα. Ο Χριστός έδειξε τη δόξα Του όχι µόνο στο Θαβώρ, αλλά και στον Γολγοθά, όσο και αν αυτό µας φαίνεται παράδοξο! Το είπε ο Ίδιος ο Ιησούς το βράδυ εκείνο προτού συλληφθεί και σταυρωθεί: "Ήρθε τώρα η ώρα να φανερωθεί η δόξα του Υιού του Ανθρώπου και ο Θεός Πατέρας να δοξαστεί εξ αιτίας Του" (Ιωάν.13,31). Αντίστοιχα και οι πιστοί την ώρα που υποφέρουν, υφίστανται θλίψεις και διωγµούς, µε την υποµονή και καρτερία τους µετέχουν στα παθήµατα του Χριστού, και δοξάζουν τον Θεό και δοξάζονται από τον Θεό. Όταν ο Κύριος προέλεγε στον Πέτρο το πώς θα τελείωνε τη ζωή του, ο Ευαγγελιστής επεξηγεί: "Αυτό το είπε για να δείξει ο Ιησούς στον Πέτρο µε ποιόν θάνατο θα δόξαζε τον Θεό" (Ιωάν. 21,19). Η Μεταµόρφωση του Κυρίου είναι για τον άνθρωπο στήριγµα, παρηγοριά, ελπίδα και ζωή. Όπως ενισχύθηκαν οι Μαθητές, κατά τον ίδιο τρόπο, οι άνθρωποι κάθε εποχής λαµβάνουν ενίσχυση από τον ουρανό, για να αντέξουν την οδύνη της σταυρωµένης τους ζωής. Ο δοκιµαζόµενος άνθρωπος όταν καταφεύγει µε πίστη στον Παντοδύναµο Κύριο, αισθάνεται την καρδία του να µαλακώνει, την ψυχή του να ανακουφίζεται, την σκέψη να φωτίζεται και να γεµίζει ο εσωτερικός του κόσµος µε θάρρος, πίστη, υποµονή, καρτερία, ελπίδα και αγάπη. Αυτοί που σηκώνουν υποµονετικά τον σταυρό τους, δίπλα στον Χριστό, και αναφωνούν µε τον ληστή το «µνήσθητί µου Κύριε ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λκ. 23:42), είναι σίγουρο, αφού το βεβαιώνει ο Κύριος, ότι "ἐκλάµψουσιν ὡς ὁ ἥλιος ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Πατρός αὐτῶν" (Ματθ. 13,43). Αµήν.

Κυριακή 27 Ιουλίου 2025

 Σκέψεις από το Ευαγγέλιο της Κυριακής 27-7-2025 (Ματθαίου θ΄ 27-35)






   Στο σημερινό ευαγγέλιο αναγράφεται ότι ο" Κύριος ἦν διδάσκων και κηρύσσων..και θεραπεύων.."Συχνά μερικοί από μας προτιμούν μόνο στις δύσκολες στιγμές να αναζητούν θεραπεία πηγαίνοντας σε ονομαστά προσκυνήματα ή σπεύδοντας όπου εκτίθενται ιερά λείψανα, αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα τον λόγο του Θεού που τρέφει ουσιαστικά την ψυχή. Και όμως ο Κύριος πρώτα δίδασκε κι επικοινωνούσε με τον απλό λαό και σαν απαύγασμα του λόγου Του θεράπευε και ευεργετούσε. Όχι λοιπόν να επιδιώκουμε πρώτα ωφελιμιστική και σαρκική μόνον θεραπεία από τον Κύριο αλλά πρώτα και κύρια μελέτη και ακρόαση λόγου Χριστού που σώζει και ανασταίνει ψυχές, και τελικά φέρνει και σωματική ίαση!


Κυριακή 20 Ιουλίου 2025

 Σκέψεις για τον Προφήτη Ηλία (20 Ιουλίου)



"Πύρινος" προφήτης ονομάστηκε απο την Εκκλησία ο σήμερα εορταζόμενος Ηλίας ο Θεσβίτης! Πύρινος στο λόγο και την ομολογία ενώπιον του ασεβούς βασιλιά Αχαάβ και της ειδωλολάτρισσας και ανήθικου Ιεζάβελ! Πύρινος στην πνευματική δύναμη αλλά κήρυκας της παρουσίας του Θεού ως "φωνή αύρας λεπτής! " Πύρινος αλλά και γεμάτος αγάπη και φιλανθρωπία απέναντι στην ανθρώπινη δυσκολία όπως στην πάμπτωχη χήρα στα Σαρεπτά της Σιδωνίας όπου πολλαπλασίασε το αλεύρι και το λάδι και ανέστησε τον γιό της! Πύρινος στην προσευχή που κατέβασε φωτιά από τον ουρανό μπροστά στους ανίκανους και φλύαρους ιερείς του Βάαλ και ανθεκτικός στην άσκηση και τις κακουχίες! Κι έτσι με πύρινο άρμα ανελήφθη στον ουρανό δίπλα στον Σωτήρα μας όπως εμφανίστηκε και μετά από 9 αιώνες στην Μεταμόρφωση του Κυρίου! Γεμάτες οι κορυφές των ελληνικών βουνών από το γραφικό εκκλησάκι προς τιμήν του προφήτη Ηλία! Δυνατός, γρήγορος και αποτελεσματικός όταν ζητούμε τις πρεσβείες του!

Κυριακή 13 Ιουλίου 2025

ΚΥΡΙΑΚΗ 13-7-2025: 

Σκέψεις για την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο στη Χαλκηδόνα το 451 μ.Χ.

Δευτέρα 16 Ιουνίου 2025

 

Α) Η ΝΗΣΤΕΙΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 

Β) ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗΝ ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ. ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗ ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥΣ

Α) Η ΝΗΣΤΕΙΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 


                    

Σύντομα ιστορικά στοιχεία
    Η 29η Ιουνίου είναι η εορτή των αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου.

    Αν και  οι Απόστολοι αυτοί δεν μαρτύρησαν στο ίδιο έτος (ο μεν Πέτρος μαρτύρησε κατά την 20ην Ιουλίου του έτους 64 μ.Χ., ο δε Παύλος το έτος 67), η 29η είναι ημέρα της μετακομιδής των λειψάνων των δύο Αποστόλων, η οποία «μετά τινάς δεκαετηρίδας... θεωρήθηκε εορτή του μαρτυρίου αυτών» (Αρχιμ. Βασιλείου Στεφανίδου, Εκκλησιαστική Ιστορία, Αθήναι 1959, σελ. 316).

   Η νηστεία των αγίων Αποστόλων κάνει την εμφάνισή της τον ΣΤ' αιώνα( Βλασίου Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία, σελ. 952).

   Πρώτος ο Μέγας Αθανάσιος αναφέρει νηστεία μιας εβδομάδος μετά την Πεντηκοστή. «Τη γαρ εβδομάδι μετά την αγίαν Πεντηκοστήν ο λαός νηστεύσας εξήλθε περί το κοιμητήριον εύξασθαι» (εγράφη περί το 357). Αυτός μεν αναφέρει την νηστεία αυτή αμέσως μετά την Πεντηκοστή, αλλά το βιβλίο των Αποστολικών Διαταγών, το οποίο έχει γραφεί πενήντα περίπου έτη αργότερα και απηχεί αποστολοπαράδοτες εντολές και συνήθειες, την αναφέρουν μία εβδομάδα μετά την Πεντηκοστή, δηλαδή μετά την εορτή των Αγίων Πάντων. «Μετά ούν το εορτάσαι υμάς την Πεντηκοστήν εορτάσατε μίαν εβδομάδα και μετ’ εκείνην νηστεύσατε μίαν, δίκαιον γαρ και ευφρανθήναι επί τη εκ Θεού δωρεά και νηστεύσαι μετά την άνεσιν».

    Όπως φαίνεται από το χωρίο των Αποστολικών Διαταγών, η νηστεία αυτή  σχετιζόταν με την χαρμόσυνη περίοδο από το Πάσχα μέχρι την Πεντηκοστή, μετά την οποία έπρεπε να επέλθει κάποιας μορφής αντίδραση, ώστε να μετριασθεί η χαρμόσυνη διάθεση.

Επειδή οι Απόστολοι είχαν αρχίσει το κήρυγμα μετά την Πεντηκοστή, οι μετ’ αυτήν ημέρες ήταν αφιερωμένες σ’ αυτούς.

«Η νηστεία δε γε των αποστόλων διά την τούτων τιμήν. Και δικαίως• ότι πλείστων αγαθών δι' αυτών ηξιώμεθα• και ότι νηστείας ούτοι και υπακοής άχρι θανάτου και εγκρατείας εργάται ώφθησαν ημίν και διδάσκαλοι. Kαι Λατίνοι τούτο και άκοντες μαρτυρούσι, διά νηστείας εν ταίς μνήμαις αυτών τιμώντες αυτούς»( Συμεών Θεσσαλονίκης, Απόκρισις ΝΔ', PG 155, 901Α.).

 Όπως όλες οι νηστείες, έτσι και αυτή η νηστεία έχει ένα συγκεκριμένο λόγο, για τον οποίο θεσπίσθηκε : «Για τους ανθρώπους εκείνους, στους οποίους ανατέθηκε  από τον Χριστό το μεγάλο έργο διαδόσεως της διδασκαλίας Του, το οποίον και επραγμάτωσαν με κόπους, θλίψεις και μαρτύριον, αλλ' επιπροσθέτως με την εφαρμογή του τριπτύχου των αρετών: Νηστεία, εγκράτεια, υπακοή.(  Συμεών Θεσσαλονίκης, Απόκρισις Ν', PG 155,196ABC).

Όταν ορίστηκε 29 Ιουλίου ως ημέρα γιορτής των Πέτρου και Παύλου, θεωρήθηκε νηστεία ως περίοδος προετοιμασίας για τη συγκεκριμένη γιορτή και διάρκειά της έγινε ανάλογη της σύμπτωσης του Πάσχα . Αυτή τροποποίηση έγινε μεταξύ ζ' και η' αιώνα και πιθανότατα ξεκίνησε από την Κωνσταντινούπολη, οποία πρώτη δέχθηκε από τη Ρώμη τη γιορτή των Αποστόλων. Συριακές μονοφυσιτικές πηγές του στ' αιώνα ονοματίζουν τη συγκεκριμένη νηστεία ως «των άγιων Αποστόλων». Ισχύει για τη νηστεία των Αποστόλων εικασία πως υπήρχε κατά τον στ' αιώνα σε ορθόδοξα μοναστήρια.

Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, βεβαίως, δεν τονίζει τόσον την τιμή  στο πρόσωπο των Αποστόλων, όσον την νηστεία, την οποία έκαναν, προτού εισέλθουν στο αποστολικό τους κήρυγμα. «Την των αγίων Αποστόλων καλουμένην, γινομένην όχι διά τους αγίους μεν και κυρίως διά την προλαβούσαν επταήμερον άνεσιν(=η μη νηστεία της εβδομάδος της Πεντηκοστής)..., επομένως δε και κατά λόγον συμβεβηκότα, διατί οι θείοι Απόστολοι ενήστευσαν και ούτως επέμποντο εις το κήρυγμα» (Πηδάλιον, σελ. 93, σημ. 2).

   Πριν αρχίσουν, συνεπώς, το έργον της κηρύξεως του Ευαγγελίου οι Απόστολοι, μετά την Πεντηκοστή, νήστευσαν. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς γράφει στις Πράξεις: «Λειτουργούντων δε αυτών τω Κυρίω και νηστευόντων είπε το Πνεύμα το Άγιον αφορίσατε δη μοι τον Βαρνάβαν και τον Σαύλον εις το έργον ο προσκέκλημαι αυτούς. Τότε νηστεύσαντες και προσευξάμενοι και επιθέντες αυτοίς τας χείρας απέλυσαν» (Πραξ. 13, 2-3). Και ο Μ. Αθανάσιος λέγει: «Τη εβδομάδι μετά την αγίαν Πεντηκοστήν ο λαός νηστεύσας εξήλθε περί το κοιμητήριον εύξασθαι»( Μ. Αθανασίου, Απολογία περί φυγής αυτού, 6, PG 25, 652.).

    Είναι, συνεπώς, βέβαιον, ότι η αναφορά της νηστείας των αγίων Αποστόλων γίνεται με παράλληλη αναφορά στην εβδομάδα της Πεντηκοστής, στην οποία δεν νηστεύουμε μέχρι την Κυριακή των Αγίων Πάντων, για να φανεί ότι μετά την ευφροσύνη που έζησαν οι άνθρωποι κατά την επιδημία του αγίου Πνεύματος, άρχιζε και πάλι η νηστήσιμος περίοδος, όπως την έζησαν και οι Απόστολοι. Και στις Αποστολικές Διαταγές παρατηρείται σαφώς αυτή η νηστεία: «Μετά ούν το εορτάσαι υμάς την Πεντηκοστήν, εορτάσατε μίαν εβδομάδα και μετ' εκείνην νηστεύσατε μίαν• δίκαιον γαρ και ευφρανθήναι επί τη εκ Θεού δωρεά και νηστεύσαι μετά την άνεσιν». Επιπροσθέτως, αυτή η νηστεία, μαζί με την νηστεία του σαρανταημέρου των Χριστουγέννων, αναφέρεται και εις τον ΙΘ' κανόνα του αγίου Νικηφόρου του Όμολογητού(. Συνεπώς, και κατ' αυτήν την νηστεία η Τετάρτη και Παρασκευή δεν επιτρέπουν λάδι και ψάρι. Εάν δε η κυριώνυμος ημέρα είναι Τετάρτη η Παρασκευή, γίνεται κατάλυση ιχθύος και ελαίου.

   Σημειωτέον, όπως μας πληροφορεί ο Αναστάσιος Αντιοχείας, ότι η λεγομένη νηστεία των αγίων Αποστόλων διαρκούσε  μέχρι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Αποκόπηκε  όμως «δι' οικονομίαν» από τους αγίους Πατέρες για δύο λόγους: Πρώτον, διότι «περιέπιπτε» σε εθνικές νηστείες Αρμενίων, Ιακωβιτών κ.λπ. και δεύτερον, «διά την ολιγωρίαν και το απρόθυμον των ανθρώπων». Αποτέλεσμα ήταν να ορισθεί νηστεία από της Δευτέρας των αγίων Πάντων μέχρι της εορτής των αγίων Αποστόλων• να διακοπεί, και να γίνει πάλι  νηστεία «απ' αρχής Αυγούστου..., άχρι της κοιμήσεως της Θεοτόκου»( Ἀναστασίου Ἀντιοχείας, Περὶ τῶν ἁγίων τριῶν Τεσσαρακοστῶν, PG 89, 1397BC.).

Η χρονική διάρκεια της νηστείας σήμερα.

   Η νηστεία ξεκινά την Δευτέρα μετά την Κυριακή των Αγ. Πάντων και λήγει στις 28 Ιουνίου. Είναι κινητή εορτή που η διάρκεια της εξαρτάται από πότε είναι το Πάσχα.

   Υπήρχαν προσπάθειες να γίνει μικρότερη η νηστεία ή και να καταλυθούν και άλλες τροφές όπως την περίπτωση του Οικ. Πατριάρχη Κωνσταντουπόλεως Ιερεμία Γ’ (1719 μ.Χ.) που προσπάθησε να περιορίσει τις μέρες νηστείας σε 12 επειδή στο Φανάρι, είχε καταργηθεί η νηστεία αυτή. Απέτυχε όμως αυτή η προσπάθεια επειδή εξεγέρθηκαν οι ψαράδες και μπακάληδες γιατί ζημιώνονταν αυτή τη περίοδο. Προσπάθησε πάλι κατά τη δεύτερη του πατριαρχεία ο Ιωακείμ ο Γ’ (1901-1912), κατά την νηστεία των Αγ. Αποστόλων, να γίνεται κατάλυση αυγών, γάλακτος και τυριού. Απέτυχε όμως αυτή η προσπάθεια λόγω της σθεναρής αντίστασης από τους μοναχούς του Αγ. Όρους.

    Η χρονική διάρκεια αυτής της νηστείας είναι μεταβλητή επειδή η έναρξή της εξαρτάται από την κινητή εορτή του Πάσχα. Κατά το ισχύον (νέο) ημερολόγιο δεν υπερβαίνει ποτέ τις 30 ημέρες. Υπάρχει ακόμα και περίπτωση (όταν το Πάσχα εορτάζεται μεταξύ 5 και 8 Μαϊου) να μην έχουμε καθόλου νηστεία.

Β) ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗΝ ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ. ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗ ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥΣ

     Στις 29 Ιουνίου η Αγία μας Εκκλησία εορτάζει με ξεχωριστή λαμπρότητα την ιερά μνήμη των Αγίων πρωτοκορυφαίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Στις 30 Ιουνίου τιμάται η σύναξη των Δώδεκα Αγίων Αποστόλων.         Βεβαίως υπάρχουν και οι προσωπικές μνήμες τους σε διάφορες ημερομηνίες του έτους, αλλά με αυτόν τον συλλογικό εορτασμό τιμάται σύμπασα η χορεία των μεγάλων αυτών ανδρών, οι οποίοι ως συνεχιστές του σωτηριώδους έργου του Κυρίου επί της γης, έστρεψαν τον ρου της ιστορίας και άλλαξαν κυριολεκτικά την μορφή του κόσμου! Εμείς οι πιστοί, ως συνειδητό εκκλησιαστικό σώμα, γνωρίζουμε την ανεκτίμητη προσφορά τους στην εδραίωση και επέκταση της Εκκλησίας στον κόσμο και γι’ αυτό με την ευκαιρία της σεπτής τους εορτής τους εναποθέτουμε τη βαθιά μας ευγνωμοσύνη, τις ευχαριστίες μας και τους αποδίδουμε τη δέουσα τιμή.

     Οι ιερές μορφές τους είναι ιστορημένες σε περίοπτες θέσεις στους ναούς μας και η μνεία και αναφοράς τους στις ιερές ακολουθίες είναι συχνές, διότι αυτοί αποτελούν τη σπουδαιότερη αγιολογική χορεία της Εκκλησίας μας. Χάρη στο δικό τους τιτάνιο αγώνα, τις αφάνταστες προσωπικές τους θυσίες, θεμελιώθηκε η Εκκλησία στον κόσμο, μέσα σε ένα εξαιρετικά εχθρικό για την εν Χριστώ σωτηρία και αλήθεια περιβάλλον. Επισφράγισμα του έργου τους υπήρξε ο εμποτισμός του με το αίμα τους. Στο σύνολό τους έδωσαν και αυτή τη ζωή τους για τον ευαγγελισμό του κόσμου.

    Είναι πάντως γεγονός πως πολλοί χριστιανοί γνωρίζουν ελάχιστα για τα πρόσωπα και το έργο των αγίων Αποστόλων. Η σύντομη αυτή εργασία έχει ως στόχο να κάμει γνωστές τις προσωπικότητες και το έργο τους. Το έχουμε τονίσει πολλές φορές πως ο συνειδητός χριστιανός δεν είναι παθητικός οπαδός και ουραγός κανενός αρχηγού, αλλά ενεργό κύτταρο του εκκλησιαστικού σώματος με γνώση, γνώμη και δημιουργική πρωτοβουλία στη ζωή της Εκκλησίας. Έτσι θέλει τον πιστό η αγιοπατερική και ελληνορθόδοξη παράδοσή μας!

   

Η λέξη απόστολος σημαίνει τον απεσταλμένο. Εν προκειμένω Απόστολοι ονομάσθηκαν οι εκλεγμένοι και καλεσμένοι από τον Κύριο μαθητές Του να συνεχίσουν το σωστικό Του έργο, μετά την εις τους ουρανούς Ανάληψή Του. Να αποσταλούν στα πέρατα της οικουμένης για να κηρύξουν το Ευαγγέλιο της σωτηρίας. Επίσης, σύμφωνα με την χαρακτηριστική προτροπή του Κυρίου, να γίνουν οι μάρτυρες της Αναστάσεώς Του «έως εσχάτου της γης» ( Πράξ.1,8).

Η εκλογή και η κλήση των Αποστόλων, οι οποίοι ως την Πεντηκοστή καλούνταν μαθητές, έγινε αμέσως με την αρχή της δημόσιας δράσης του Κυρίου, στη Γαλιλαία. Ευθύς μετά τη Βάπτισή Του κατευθύνθηκε στις όχθες της λίμνης Γενησαρέτ, όπου απευθύνθηκε στους εκεί αλιείς, στους οποίους είπε: «δεύτε οπίσω μου και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων» (Ματθ.4,20). Αυτοί «ευθέως αφέντες τα δίκτυα ηκολούθησαν αυτώ» (Ματθ.4,21). Άλλοι «αφέντες τον πατέρα αυτών Ζεβεδαίον εν τω πλοίω μετά των μισθωτών απήλθον οπίσω αυτού» (Μαρκ.1,20).

Οι μαθητές ορίσθηκαν από τον Κύριο σε τρεις κύκλους ήτοι: τον στενό κύκλο των δώδεκα, τον ευρύτερο κύκλο των εβδομήκοντα και τον ευρύτατο κύκλο των πολυπληθών φίλων Του. Μεγαλύτερη σημασία είχε ο κύκλος των δώδεκα. Αυτοί βρισκόταν πλησίον Του και σ’ αυτούς αποκάλυψε τα μυστήρια του Θεού. Αυτοί έλαβαν την ειδική χάρη της ιεροσύνης να επιτελούν τις αγιαστικές και λειτουργικές πράξεις της Εκκλησίας και να τη μεταδίδουν στους διαδόχους τους. Αυτοί είχαν την τιμή να ορισθούν ως οι κατ’ εξοχήν συνεχιστές του έργου Του, διότι μόνο σε αυτούς είπε: «Εγώ εξελεξάμην υμάς, και έθηκα υμάς ίνα υμείς υπάγετε και καρπόν φέρητε, και ο καρπός υμών μένη» (Ιωάν.15,16). Μετά τη Ανάσταση τους κατέστησε επίσημα διαδόχους του έργου Του: «καθώς απεσταλκέ με ο Πατήρ, καγώ πέμπω υμάς. Και τούτο ειπών ενεφύσησε και λέγει αυτοίς΄ λάβετε Πνεύμα Άγιον΄ αν τινών αφήτε τας αμαρτίας αφίενται αυτοίς, αν τινών κρατήτε , κεκράτηνται» (Ιωάν.20,21). Επίσης στο όρος της Γαλιλαίας, όπου είχαν συναχθεί οι έντεκα μαθητές, λίγο πριν την Ανάληψη τους είπε: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντας αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Αγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αυτούς τηρείν πάντα όσα ενετειλάμην υμίν» (Ματθ.28,19-20).

Ο Κύριος Ιησούς Χριστός δεν επέλεξε τους Αποστόλους Του από την ελίτ της τότε αριστοκρατίας, ή από τις τάξεις των πολιτικά ισχυρών, των οικονομικά δυνατών, ή τους κλειστούς κύκλους της διανόησης, διότι η διαφθορά, η κατάπτωση και η έπαρση ήταν το κύριο χαρακτηριστικό αυτών των ανθρώπων. Αντίθετα τους επέλεξε από τους άσημους, αδύναμους και αγράμματους ανθρώπους, οι οποίοι βίωναν την δυστυχία και την κακοδαιμονία της πτώσεως και της αμαρτίας καλλίτερα από τους πρώτους και καλλιεργούσαν έντονα στην ψυχή τους την προσδοκία της από το Θεό απολυτρώσεως. Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια του αποστόλου Παύλου: «Επειδή γαρ εν τη σοφία του Θεού ουκ έγνω ο κόσμος δια της σοφίας τον Θεόν… τα μωρά του κόσμου εξελέξατο ο Θεός ίνα τους σοφούς καταισχύνη, και τα ασθενή του κόσμου εξελέξατο ο Θεός ίνα καταισχύνη τα ισχυρά και τα αγενή του κόσμου και τα εξουθενημένα εξελέξατο ο Θεός, και τα μη όντα, ίνα τα όντα καταργήση, όπως μη καυχήσηται πάσα σάρξ ενώπιον του Θεού.» (Α΄Κορ.1,21-29). Η άσημη προέλευση των Αποστόλων είναι από τα πρωτοχριστιανικά χρόνια ως σήμερα σημείο αναφοράς όλων των πολεμίων του Χριστιανισμού, ως δήθεν θρησκεία των παρακατιανών ανθρώπων. Η σάπια ψευτοδιανόηση θα ήθελε έναν Χριστιανισμό «φιλοσοφικό», ο οποίος θα έδινε έναυσμα για ανώφελες συζητήσεις στους κλειστούς κύκλους των «πνευματικών ανθρώπων», αποκομμένο από τον αγιαστικό και σωστικό του ρόλο. Επειδή αυτός δεν ταιριάζει στα δικά τους μέτρα, γι’ αυτό απορρίπτεται από αυτούς και πολεμείται λυσσαλέα σε όλες τις εποχές!

Το Άγιο Πνεύμα κατά την αγία ημέρα της Πεντηκοστής (Πραξ.2ο κεφ.) μεταμόρφωσε τους άσημους, δειλούς και αγραμμάτους ψαράδες σε σοφούς άνδρες, σε πανίσχυρες προσωπικότητες, σε ολόφωτες υπάρξεις, οι οποίοι καταύγασαν την οικουμένη. Η συγκλονιστική εμπειρία της Αναστάσεως του Κυρίου και η επέλευση της δυνάμεως του Αγίου Πνεύματος έδωσαν σε αυτούς αφάνταστη ορμή. Διασκορπίστηκαν σε όλον τον κόσμο για να διαλαλήσουν το νέο, ελπιδοφόρο και σωτήριο μήνυμα της εν Χριστώ απολυτρώσεως του ανθρωπίνου γένους. Οι πυρωμένες από θείο ζήλο καρδιές τους και το φλογερό τους κήρυγμα έκαναν τις καρδιές των ανθρώπων να δονούνται από λαχτάρα για λύτρωση. Ο σπόρος του Ευαγγελίου ρίχνονταν από αυτούς τους άοκνους και θείους εργάτες σε κάθε μέρος της οικουμένης και αύξανε θεαματικά.

Τα σκοτάδια της πλάνης διαλύονταν με το άκουσμα της ευαγγελικής αλήθειας. Οι δεισιδαίμονες τυραννικές αντιλήψεις παραμερίζονταν μπροστά στην πνευματική ελευθερία του χριστιανικού μηνύματος. Οι ασήμαντοι αυτοί αλιείς της Γαλιλαίας έστρεψαν την ιστορία του κόσμου στον δρόμο της ανθρωπιάς, του πολιτισμού και της προόδου. Οι ταπεινοί και καταφρονημένοι άνθρωποι της παλαιάς εποχής, οι οποίοι δεν είχαν μεγαλύτερη αξία από εκείνη των ζώων και των πραγμάτων, αναδείχτηκαν, χάρις στο κήρυγμα εκείνων, για πρώτη φορά ως ανθρώπινες αξίες και ακόμα περισσότερο, ως ζωντανές εικόνες του Θεού! Πολλοί ισχυροί κατάλαβαν ότι η εγκόσμια ισχύς τους δεν είχε πραγματική αξία και γι’ αυτό την αποποιήθηκαν. Μια νέα πρωτόγνωρη παγκόσμια αδελφότητα γεννήθηκε στον κόσμο, η Εκκλησία του Χριστού, ως μια νέα πραγματικότητα αγάπης και συναδελφώσεως των ανθρώπων και των λαών μέσα στον απάνθρωπο κόσμο της αμαρτίας και του κακού, ως μέσον σωτηρίας και απολυτρώσεως από την δουλεία της αμαρτίας και της φθοράς.

Η ανθρωπότητα και ο σύγχρονος πολιτισμός οφείλει μεγάλη ευγνωμοσύνη στους αγίους Αποστόλους. Ό,τι δεν κατόρθωσε η διανόηση και η δύναμη του αρχαίου κόσμου, το κατόρθωσε η χορεία των Μαθητών και Αποστόλων του Χριστού. Όμως ο κόσμος, δυστυχώς, όχι μόνο δεν εκτίμησε την προσφορά τους, αλλά το αντίθετο, έκαμε ό,τι μπορούσε για να ματαιώσει και να γκρεμίσει ό,τι εκείνοι έκτιζαν. Ο απόστολος Παύλος περιέγραψε πολύ παραστατικά τις δυσκολίες της αποστολής τους ως εξής: «ημάς τους αποστόλους εσχάτους απέδειξεν, ως επιθανατίους, ότι θέατρον εγεννήθημεν τω κόσμω, και αγγέλοις και ανθρώποις, ημείς μωροί δια Χριστόν, υμείς φρόνιμοι εν Χριστώ, ημείς ασθενείς, υμείς δε ισχυροί ΄υμείς ένδοξοι, ημείς δε άτιμοι. Άχρι της άρτι ώρας και πεινώμεν και διψώμεν και γυμνητεύομεν και κολαφιζόμεθα και αστατούμεν και κοπιώμεν εργαζόμενοι ταις ιδίαις χερσί΄ λοιδορούμενοι ευλογούμεν, διωκόμενοι ανεχόμεθα, βλασφημούμενοι παρακαλούμεν΄ ως περικαθάρματα του κόσμου εγεννήθημεν, πάντων ερίψημα έως άρτι» (Α΄Κορ.4,9-13). Οι μύριες αυτές δυσκολίες, οι κακουχίες, οι κόποι και προπαντός οι απάνθρωποι διωγμοί δεν τους πτόησαν. Το έργο τους καρποφορούσε, διότι το αύξανε το ενοικούν στην Εκκλησία Άγιο Πνεύμα (Ιωάν.15,26).

Το έργο των αγίων Αποστόλων συνεχίστηκε και συνεχίζεται δια των διαδόχων αυτών. Σε κάθε μέρος, όπου ίδρυαν τοπικές εκκλησίες, χειροτονούσαν επισκόπους και πρεσβυτέρους για να συνεχίσουν το έργο τους. Γράφει ο άγιος Λουκάς στο βιβλίο των Πράξεων, το κατ’ εξοχήν βιβλίο της ιεραποστολής της Εκκλησίας μας: «Χειροτονήσαντες δε αυτοίς πρεσβυτέρους κατ’ εκκλησίαν και προσευξάμενοι μετά νηστειών παρέθετο αυτούς τω Κυρίω, εις ον πεπιστεύκασι» (Πράξ.14,23). Αυτή η αδιάκοπη διαδοχή συνεχίζεται ως σήμερα και χαρακτηρίζεται ως αδιάκοπη διαδοχή προσώπων και πίστεως και γι’ αυτό ονομάζεται η Εκκλησία μας Αποστολική. Όλοι λοιπόν όσοι εργάζονται στην Εκκλησία του Χριστού, κληρικοί και λαϊκοί συνεχίζουν κατ’ ουσίαν το έργο των αγίων Αποστόλων. Τόσο μεγάλο είναι το έργο που επιτελούν!

Όλοι εμείς οι πιστοί του Χριστού και προσκυνητές της σεπτής εορτής των Αγίων Αποστόλων, των «Συνεργών του Χριστού» (Β΄Κορ.6,1), έχουμε χρέος να αποδίδουμε σε αυτούς την αρμόζουσα τιμή, διότι η αγία μας Εκκλησία είναι θεμελιωμένη πάνω σε αυτές τις μεγάλες προσωπικότητες. Αυτό το βεβαιώνει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, ο οποίος είδε στην Αποκάλυψη την θριαμβεύουσα εν ουρανοίς Εκκλησία του Χριστού, θεμελιωμένη επί «θεμελίους δώδεκα και επ’ αυτών δώδεκα ονόματα των δώδεκα αποστόλων του Αρνίου» (Αποκ.10,21).

Παραθέτουμε στη συνέχεια σύντομες βιογραφίες των Αγίων Αποστόλων:

1. Πέτρος

Ο κορυφαίος αυτός Απόστολος του Χριστού ήταν Ιουδαίος και ονομαζόταν Σίμων. Γεννήθηκε στην μικρή και άσημη πόλη τη Βησθαϊδά. Ο Πατέρας του ονομαζόταν Ιωνάς. Έζησε σε αφάνταστη φτώχεια και στερήσεις. Όμως μεγάλωσε σε περιβάλλον ευσέβειας. Οι γονείς του ανήκαν στους λιγοστούς πιστούς ευσεβείς Ιουδαίους της εποχής τους, οι οποίοι περίμεναν εναγώνια τον Μεσσία και την μεσσιανική εποχή κατά την οποία θα τερματίζονταν η κακοδαιμονία της ανθρωπότητας. Αυτή την πίστη και την ευσέβεια μετέδωσαν στα παιδιά τους. Γράμματα έμαθε ελάχιστα, προφανώς γνώριζε μόνο γραφή και ανάγνωση. Αδελφός του υπήρξε ο πρωτόκλητος Ανδρέας.

Μετά το θάνατο του πατέρα του ο Πέτρος νυμφεύτηκε την κόρη του Αριστοβούλου, ανεψιά του Αποστόλου Βαρνάβα, σε αντίθεση με τον Ανδρέα, ο οποίος δεν νυμφεύτηκε ποτέ. Έκαμε δύο παιδιά, ένα γιο και μια κόρη, των οποίων αγνοούμε τα ονόματα. Αγνοούμε επίσης και το όνομα της συζύγου του. Εγκαταστάθηκε στο σπίτι του πεθερού του στην Καπερναούμ και ασκούσε μαζί με τον αδελφό του Ανδρέα, το επάγγελμα του ψαρά στην παρακείμενη λίμνη της Γενισαρέτ.

Μετά την σύλληψη του Ιωάννου του Βαπτιστού, ο Κύριος πήγε στα μέρη της Γαλιλαίας, στις περιοχές γύρω από την μαγευτική λίμνη, για να κηρύξει το ευαγγέλιο της σωτηρίας του κόσμου. Εκεί συνάντησε τους περισσότερους από τους μαθητές του, ψαράδες το επάγγελμα, τους οποίους κάλεσε να γίνουν στο εξής «αλιείς ανθρώπων» ( Ματθ.4,20), συνεργοί Του στο έργο της σωτηρίας του κόσμου.

Ο ενθουσιώδης και ευσεβής Πέτρος πέταξε τα δίχτυα από τους πρώτους και Τον ακολούθησε πιστά. Λόγω του δυναμικού χαρακτήρα του και της ιδιαίτερης αφοσίωσής του στον Κύριο αξιώθηκε να έχει το προβάδισμα έναντι των άλλων αποστόλων και να ομιλεί συχνά εκ μέρους αυτών. Ομολόγησε πρώτος ότι ο Χριστός είναι «ο Υιός του Θεού του ζώντος» (Ματθ.16:17). Ο Κύριος εξετίμησε αυτή την ομολογία, και τον διαβεβαίωσε πως πάνω σε αυτή την ομολογία πίστεως «οικοδομήσω μου την Εκκλησίαν» (Ματθ.16,18).

Ακολούθησε το Χριστό πιστά σε όλη την τριετή δράση Του. Την ώρα της σύλληψής Του αντέδρασε βίαια. Τον ακολούθησε επίσης γεμάτος αγωνία και θλίψη στο ανίερο δικαστήριο του ιουδαϊκού ιερατείου, παρ’ όλο ότι σε μια στιγμή αδυναμίας και φόβου Τον αρνήθηκε, έστω και λεκτικά και γι’ αυτό μετάνιωσε πικρά και έκλεγε σε όλη του τη ζωή (Ματθ.26,75).

Αξιώθηκε να δει από τους πρώτους το κενό μνημείο και να διαπιστώσει την Ανάσταση του Χριστού. Το συγκλονιστικό αυτό το γεγονός τον μεταμόρφωσε κυριολεκτικά. Το φλογερό του κήρυγμα την ημέρα της Πεντηκοστής έκαμε να πιστέψουν τρεις χιλιάδες ψυχές, να βαπτιστούν και να ιδρυθεί έτσι η ιστορική επίγεια Εκκλησία του Χριστού.

Κατόπιν η ζωή και η δράση του υπήρξε θαυμαστή. Κήρυξε με ζήλο και θάρρος στην Παλαιστίνη και εδραίωσε την Εκκλησία. Άπειρα επίσης θαύματα έκανε για τη δόξα του Χριστού. Για την όλη δράση του διώχτηκε σκληρά από τους ομοφύλους του. Κατόπιν πήγε στη Αντιόχεια και ίδρυσε εκεί την τοπική Εκκλησία, μια από τις σημαντικότερες πρωτοχριστιανικές κοινότητες. Ύστερα περιόδευσε την Γαλατία, την Καππαδοκία, την Βιθυνία, τον Πόντο, την Ελλάδα. Υπάρχουν πληροφορίες ότι έμεινε για πολύ στην Κόρινθο, κηρύττοντας και νουθετώντας.

Στην ορθόδοξη παράδοσή μας δεν υπάρχουν πληροφορίες για το τέλος του μεγάλου αυτού Αποστόλου. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι γέρος και κατάκοπος βρήκε μαρτυρικό θάνατο στην Αντιόχεια.

Υπάρχει βέβαια και η παράδοση Ρωμαιοκαθολικών περί μεταβάσεως του Πέτρου στη Ρώμη. Την παράδοση αυτή πολλοί ορθόδοξοι μελετητές την αμφισβητούν, διότι στηρίζεται σε μεταγενέστερα ψευδεπίγραφα κείμενα, τις λεγόμενες «Ψευδοϊσιδώρειες Διατάξεις», τις οποίες εφεύραν οι παπικοί προκειμένου να στηρίξει το παπικό πρωτείο εξουσίας σε ολόκληρη την Εκκλησία.

Σύμφωνα με αυτή την παράδοση ο Πέτρος κατέληξε στην πολυάριθμη πρωτεύουσα της απέραντης Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, την Ρώμη. Ίδρυσε την τοπική εκκλησία και έγινε ο πρώτος επίσκοπός της. Κήρυττε νυχθημερόν στη μεγάλη πόλη και κατόρθωσε να μεταστρέψει πλήθος κατοίκων στον Χριστιανισμό. Την ίδια εποχή βρισκόταν στη Ρώμη και ο διαβόητος Σίμων ο μάγος, γνωστός από τις Πράξεις των Αποστόλων (κεφ. 8:9). Εκεί με τις διάφορες μαγγανείες και τα μαγικά κόλπα προκαλούσε τον θαυμασμό του πλήθους και γι’ αυτό απέκτησε πολλούς οπαδούς. Όμως βρήκε μπροστά του τον αληθινό άνθρωπο του Θεού, τον Απόστολο Πέτρο, ο οποίος με σειρά θαυμάτων ξεσκέπασε τον απατεώνα μάγο, τον απέδειξε ως συνεργό των δαιμόνων και φανέρωσε την ανίκητη δύναμη του αληθινού Θεού.

Στα χρόνια εκείνα βασίλευε στη Ρώμη ο παράφρονας Νέρων, ένας από τους πιο μισητούς και αιμοδιψείς δικτάτορες της ιστορίας. Προκειμένου να αποποιηθεί από το προσωπικό του έγκλημα για την πυρπόληση της Ρώμης, το απέδωσε στους Χριστιανούς. Για να γίνει πιστευτός, κήρυξε σκληρό διωγμό κατά της νέας πίστεως. Χιλιάδες Χριστιανοί συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν σε φρικτά μαρτύρια και στο θάνατο.

Ο Πέτρος, ένα από τα κορυφαία μέλη της Εκκλησίας που παρεπιδημούσε στη Ρώμη, έγινε ο κυριότερος στόχος των διωκτών. Γι’ αυτό και έκρινε σκόπιμο να φύγει κρυφά από την πόλη και να γλιτώσει. Καθώς βάδιζε βιαστικά την περίφημη Απία οδό είδε μπροστά του τον Κύριο, ο Οποίος τον ρώτησε «Quo Vadis?» δηλαδή «που πηγαίνεις;». Τότε ο ένθερμος Απόστολος κατάλαβε πως η φυγή του αυτή ισοδυναμούσε με νέα άρνηση του Χριστού. Γι’ αυτό με δάκρυα στα μάτια γύρισε πίσω και συνελήφθη και καταδικάστηκε σε σταυρικό θάνατο. Όταν οδηγήθηκε στο μαρτύριο παρακάλεσε τους δημίους του να τον σταυρώσουν ανάποδα, με το κεφάλι προς τα κάτω, διότι όπως είπε δεν θεωρούσε τον εαυτό άξιο να σταυρωθεί σαν τον αγαπημένο Δάσκαλο και Θεό του! Έτσι παρέδωσε την αγία του ψυχή στον Χριστό, το δε αγιασμένο λείψανό του το περιμάζεψαν οι πιστοί και το έθαψαν σε τόπο έξω από την πόλη. Η σεπτή του μνήμη εορτάζεται στις 29 Ιουνίου, μαζί με τον κορυφαίο απόστολο Παύλο.

Ο Απόστολος Πέτρος έγραψε δύο Καθολικές Επιστολές. Αυτές, η μεν πρώτη απευθύνονταν στους Χριστιανούς του Πόντου, της Γαλατίας, της Καππαδοκίας, της Ασίας και της Βιθυνίας, η δε δεύτερη σε όλους τους Χριστιανούς. Μέσα από αυτές προσπαθεί να στηρίξει τους πιστούς στις θλίψεις που υφίστανται εξ’ αιτίας της πίστης των στον Ιησού Χριστό.

 

 

2. Ανδρέας

O Απόστολος Ανδρέας ήταν αδελφός του Σίμωνος Πέτρου, γιοι του Ιωνά. Πιθανότατα ήταν μεγαλύτερος στην ηλικία από τον Πέτρο. Συγκατοικούσε με αυτόν στην Καπερναούμ και συνεργαζόταν ως αλιέας στην λίμνη της Γενησαρέτ (Ματθ.4,18. Μαρκ.1,29). Πρωτύτερα είχε χρηματίσει μαθητής του Ιωάννου του Βαπτιστού. Εκεί κοντά στον Τίμιο Πρόδρομο απέκτησε σπάνια ευσέβεια και το σπουδαιότερο έμαθε για τον ερχόμενο Μεσσία. Φαίνεται ότι ήταν παρών όταν ο Ιωάννης έδειξε με το δάκτυλό του τον Κύριο και είπε: «ίδε ο αμνός του Θεού, ο αίρων τας αμαρτίας του κόσμου» (Ιωάν.1,30). Αυτή η φανέρωση του Μεσσία έκαμε προφανώς τον ευσεβή ψαρά να ακολουθήσει πρώτος τον Κύριο, χωρίς κανέναν δισταγμό και γι’ αυτό ονομάστηκε «Πρωτόκλητος» (Ιωάν.1,35-41).

Το όνομα του Ανδρέα αναφέρεται στην Καινή Διαθήκη πάντοτε μαζί με του Φιλίππου, ο οποίος καταγόταν, όπως και εκείνος, από την Βηθσαϊδά. Μαζί με αυτόν είχε εκφράσει τη δυσπιστία του για τον χορτασμό των πεντακισχιλίων ανθρώπων με τους πέντε κρίθινους άρτους και τους δύο ιχθείς (Ιωάν.6,6-9). Αναφέρεται επίσης και στην περίπτωση της παρακλήσεως των Ελλήνων να ιδούν τον Κύριο (Ιωάν.12,20-22). Για τελευταία φορά αναφέρεται το όνομα του Ανδρέα στην Καινή Διαθήκη, όταν ανέβηκε μαζί με τους άλλους Αποστόλους στο υπερώο της Ιερουσαλήμ «προσκαρτερούντες ομοθυμαδόν τη προσευχή και τη δεήσει συν γυναιξί και Μαρία τη μητρί του Ιησού και συν τοις αδελφοίς αυτού» (Πραξ.1,13-14), όπου και έλαβε μαζί με τους άλλους τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος (Πράξ.2,4).

Μετά την Πεντηκοστή έλαχε σ’ αυτόν να αποσταλεί για ευαγγελισμό στην Έφεσο, όπου μαζί με τον Απόστολο Ιωάννη κήρυξαν μαζί και εδραίωσαν την Εκκλησία της μεγάλης αυτής πόλεως. Στη συνέχεια, σύμφωνα με τον ιστορικό Ευσέβιο μετέβηκε και κήρυξε στη Σκυθία. Κατά τον άγιο Γρηγόριο το Ναζιανζηνό πέρασε στο Βυζάντιο, όπου ίδρυσε και εκεί Εκκλησία, γι’ αυτό θεωρείται ως ο ιδρυτής της αποστολικής Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως. Από εκεί ήρθε στην Ελλάδα και κήρυξε κατ’ αρχάς στην Ήπειρο. Σύμφωνα με τον άγιο Ιερώνυμο έφθασε στην Αχαϊα, όπου ίδρυσε Εκκλησία. Εκεί στην Πάτρα συνελήφθη από τους διώκτες ειδωλολάτρες και υπέστη μαρτυρικό θάνατο, σταυρώθηκε κατακεφαλής επί σταυρού που είχε το σχήμα του γράμματος Χ, γι’ αυτό και ο τύπος αυτός του σταυρού καλείται «Σταυρός του Αγίου Ανδρέου». Το λείψανό του φυλασσόταν από τους Χριστιανούς με ευλάβεια ως τα χρόνια των σταυροφοριών, οπότε το άρπαξαν οι Λατίνοι και το μετακόμισαν στην Ιταλία. Τα τελευταία χρόνια δωρίθηκε η τίμια κάρα του στην Αποστολική Εκκλησία των Πατρών και φυλάσσεται στον μεγαλοπρεπή ναό του στην πρωτεύουσα της Πελοποννήσου. Η μνήμη του εορτάζεται στις 30 Νοεμβρίου.

3. Ιάκωβος ο Ζεβεδαίου

Ο Απόστολος Ιάκωβος ήταν γιος του Ζεβεδαίου (Ματθ.4,21. Μαρκ.1,19. 3,17. Λουκ.5,10) και της Σαλώμης (Ματθ.20,20.Μαρκ.15,40.16,1) και πρεσβύτερος αδελφός του μαθητού και Ευαγγελιστού Ιωάννου (Μαρκ.5,37). Καταγόταν και αυτός από την Βησθαϊδά της Γαλιλαίας. Ασχολούνταν με την αλιεία στη λίμνη της Γενησαρέτ, μαζί με τον Ιωάννη, έχοντας μαζί τους και τον πατέρα τους, καθώς και πολλούς εργάτες. Είχαν δικό τους πλοίο και φαίνεται πως διεύθυναν αρκετά εύρωστη επιχείρηση, με οποία συνεργαζόταν και ο Πέτρος (Λουκ.5,10). Παρ’ όλα αυτά όταν άκουσαν το κήρυγμα του Ιησού «αφέντες τον πατέρα αυτών Ζεβεδαίον εν τω πλοίω μετά τω μισθωτών απήλθον οπίσω αυτού» (Μαρκ.1,20).

Ο Ιάκωβος μαζί με τον Πέτρο και τον Ιωάννη βρισκόταν πλησιέστερα στον Κύριο και γι’ αυτό έγιναν μάρτυρες πολλών μεγάλων γεγονότων, που δεν τα βίωσαν οι άλλοι Απόστολοι. Έγιναν αποκλειστικοί μάρτυρες της Μεταμορφώσεως του Κυρίου (Ματθ.17,1.Μαρκ.9,2.Λουκ.9,28). Είδαν την θαυμαστή ανάσταση της κόρης του αρχισυνάγωγου Ιάειρου (Μάρκ.5,27. Λουκ.8,51). Είχαν την τιμή να προσκληθούν από τον Ιησού κοντά Του κατά τις ώρες της αγωνίας στον κήπο της Γεθσημανή (Μάρκ.14,33.Ματθ.26,37). Η οικειότητα αυτή οδήγησαν προφανώς τον Ιάκωβο με τον αδελφό του Ιωάννη να ζητήσουν μέσω της μητέρας τους από τον Κύριο πρωτοκαθεδρία στην εγκόσμια βασιλεία Του, παρανοώντας την αποστολή του Μεσσία (Ματθ.20,20-23.Μαρκ.10,35).

Τον Ιάκωβο χαρακτήριζε ζωηρός ενθουσιασμός και βαθιά πίστη. Μετά την Πεντηκοστή του έλαχε να κηρύξει το Ευαγγέλιο στην ευρύτερη περιοχή της Παλαιστίνης. Μεγάλο πλήθος ανθρώπων μεταστρέφονταν στη νέα πίστη και άλλαζε τρόπο ζωής χάρις στο έργο του Ιακώβου. Αυτό θορύβησε ιδιαίτερα τους άρχοντες των Ιουδαίων, οι οποίοι τον συνέλαβαν και τον αποκεφάλισαν, με διαταγή του Ηρώδη, το 44 μ.Χ. (Πράξ.12,2). Ο Ιάκωβος είναι ο πρώτος μάρτυρας μεταξύ των Αποστόλων. Η μνήμη του εορτάζεται από την Εκκλησία στις 30 Απριλίου.

4. Ιωάννης

Ήταν γιος του Ζεβεδαίου και της Σαλώμης (Ματθ.4,21. Μαρκ.15,40) και αδελφός του αποστόλου Ιακώβου. Η μητέρα τους Σαλώμη ήταν πιθανότατα συγγενής, ίσως εξαδέλφη της Θεοτόκου, που σημαίνει ότι οι δυο αδελφοί απόστολοι ήταν κατά σάρκα εξαδέλφια του Κυρίου και σ’ αυτό ίσως έγκειται η οικειότητά τους με Αυτόν, ιδιαίτερα του Ιωάννη, ο οποίος αυτοχαρακτηρίζεται στο Ευαγγέλιό του ως «ο μαθητής ον ηγάπα ο Ιησούς» (Ιωάν.13,23). Όπως αναφέραμε και για τον Ιάκωβο, ο Ιωάννης ζούσε με την οικογένειά του στην Γαλιλαία και διατηρούσε επικερδή και εύρωστη αλιευτική επιχείρηση, έχοντας δικό τους πλοίο και εργάτες (Μαρκ.1,20). Φαίνεται πως οι οικογένεια του Ιωάννη ήταν εύπορη. Αυτό συμπεραίνεται από το γεγονός ότι η Σαλώμη, η μητέρα του, ήταν μια από τις μαθήτριες του Κυρίου, η οποία τον υπηρετούσε από των υπαρχόντων της (Λουκ.8,3. Μαρκ.15,40). Η αγορά επίσης των πανάκριβων αρωμάτων για να αλείψουν το νεκρό σώμα του Χριστού μαρτυρεί αυτόν τον ισχυρισμό (Μαρκ.16,1). Ότι επίσης ο Ιωάννης έλαβε την μητέρα του Ιησού υπό την δική του φροντίδα είναι ένδειξη οικονομικής ανέσεως της οικογένειάς του. Φαίνεται επίσης πως η οικογένεια του Ιωάννη είχε και κοινωνική καταξίωση. Το γεγονός ότι αυτός ήταν γνωστός στον πανίσχυρο και απλησίαστο αρχιερέα Καϊάφα και έτσι δυνήθηκε να εισέλθει στο συνέδριο, που δίκαζε τον Ιησού μαζί με τον Πέτρο, επιβεβαιώνει αυτόν τον ισχυρισμό (Ιωάν.18,15).

Ο Ιωάννης από μικρός υπήρξε πιστός μαθητής του Ιωάννου του Βαπτιστού. Με μεγάλη προσοχή άκουε από τον μεγάλο ερημίτη και προφήτη τις περί του Μεσσία προαγγελίες του. Επιθυμούσε με λαχτάρα να έρθει Εκείνος στις μέρες του και να τον γνωρίσει. Κάποια μέρα ο Βαπτιστής, έχοντας μαζί του τους δυο μαθητές του Ιωάννη και Ανδρέα, είδε τον Ιησού να βαδίζει κοντά. Τότε μαρτύρησε γι’ Αυτόν λέγοντας: «ίδε ο Αμνός του Θεού» (Ιωάν.1,37). Αμέσως οι δυο μαθητές ακολούθησαν τον Ιησού και τον ρώτησαν που μένει. Αυτός τους είπε: «έρχεσθε και ίδετε» (Ιωάν.1,40). Αυτοί είδαν που μένει και έμειναν μαζί Του όλη την ημέρα. Ο Ιωάννης συγκινήθηκε αφάνταστα από αυτή τη συνάντηση γι’ αυτό πήρε τη μεγάλη απόφαση, μαζί με τον αδελφό του Ιάκωβο. Άφησαν την αλιευτική επιχείρηση και ακολούθησαν τον Κύριο (Μαρκ.1,20).

Όπως αναφέραμε και στη βιογραφία του Ιακώβου, ο Ιωάννης ανήκε στον στενό κύκλο των τριών μαθητών του Κυρίου. Συμπεραίνεται ότι ήταν ο μικρότερος στην ηλικία μαθητής του Κυρίου, σχεδόν έφηβος. Ο υπέροχος χαρακτήρας του, η υπακοή του, η πίστη και η αφοσίωσή του στον Κύριο, είχαν ως συνέπεια να είναι λίαν αγαπητός από τον Ιησού και τους άλλους αποστόλους. Εξ’ αιτίας του σπάνιου αυθορμητισμού του επονομάστηκε από τον Κύριο Βοαναργές (= υιός βροντής), όπως και ο αδελφός του Ιάκωβος. Κάποια ημέρα όταν διέρχονταν κώμη της Σαμάρειας και οι κάτοικοι δεν τους δέχτηκαν, ζήτησε από τον Κύριο να πέσει φωτιά από τον ουρανό και να τους αφανίσει. Φυσικά ο Χριστός τους απάντησε πως: «Ουκ οίδατε ποίου πνεύματος εστέ υμείς΄ ο υιός του ανθρώπου ουκ ήλθε ψυχάς ανθώπων απολέσαι, αλλά σώσαι» (Λουκ.9,54).

Ως στενός μαθητής του Χριστού ευτύχησε να δει το θαύμα της Μεταμορφώσεως του Κυρίου (Ματθ.17,1.Μάρκ.9,2), την ανάσταση της κόρης του Ιαείρου (Μαρκ.5,35.Λουκ.8,51) και να βιώσει την αγωνία του Διδασκάλου Του στον κήπο της Γεθσημανή (Ματθ.26,37.Μαρκ.14,33). Μαζί με τον Πέτρο στάλθηκε να ετοιμάσει τον Πασχάλιο Δείπνο (Λουκ.22,8). Κατά την ώρα του Δείπνου έπεσε στο στήθος του Κυρίου, παρακαλώντας Του να τους αποκαλύψει ποιος είναι υποψήφιος προδότης μαθητής (Ιωάν.13,25). Βρήκε το θάρρος και παρέστη στη δίκη του Ιησού (ιωάν.18,16) και παραστάθηκε περίλυπος κάτω από το σταυρό στον φρικτό Γολγοθά. Ευτύχησε επίσης να γίνει ο προστάτης της Θεομήτορος κατά παράκληση του Εσταυρωμένου Διδασκάλου Του (Ιωάν.19,26). Αξιώθηκε να είναι ο πρώτος μαθητής που είδε το κενό μνημείο (Ιωάν.20,2-4).

Το άτοπο της αιτήσεως πρωτοκαθεδρίας στην εγκόσμιο βασιλεία του Χριστού, όπως εσφαλμένα την φανταζόταν, προκάλεσε την αγανάκτηση των άλλων μαθητών, όμως όπως φαίνεται αμέσως συνετίσθηκε (Μάρκ.10,35).

Μετά την Πεντηκοστή έμεινε κατ’ αρχήν στην Ιερουσαλήμ ως σημαίνον στέλεχος της Εκκλησίας (Γαλ.2,9). Μαζί με τον Πέτρο ποιούσαν, δια του Κυρίου εξαίσια θαύματα (Πράξ.3, 7). Στάθηκαν με παρρησία απέναντι στους αρχιερείς και ομολόγησαν τον Χριστό (Πράξ.4,13-22). Απεστάλη μαζί με τον Πέτρο στην Σαμάρεια να κηρύξουν το λόγο του Θεού (Πράξ.8,14).

Αργότερα μετέβη στην Μ. Ασία, όπου έγινε επίσκοπος της Εφέσου. Το 95 μ. Χ. εξορίσθηκε στην Πάτμο, όπου έγραψε το βιβλίο της Αποκαλύψεως. Πέθανε σε βαθύτατο γήρας περί το 100 μ. Χ. στην Έφεσο. Κατά την παράδοση δεν βρέθηκε το σεπτό του λείψανο, πιστεύοντας ότι μετέστη από τον Κύριο. Η μνήμη του εορτάζεται στις 24 Σεπτεμβρίου.

Ο Ιωάννης έγραψε το ομώνυμο Ευαγγέλιο, καθώς τις τρεις Καθολικές Επιστολές και την Αποκάλυψη. Στα ιερά αυτά συγγράμματα είναι έκδηλη η προτροπή του για αγάπη των ανθρώπων, όπως τη δίδαξε ο Χριστός, γι’ αυτό και ονομάστηκε απόστολος και ευαγγελιστής της αγάπης.

5. Φίλιππος

Καταγόταν από την Βησθαϊδά της Γαλιλαίας, από όπου καταγόταν ο Ανδρέας και ο Πέτρος, ίσως και ο Βαρθολομαίος (Ιωάν.1,44). Το όνομά του είναι ελληνικό και σημαίνει τον φίλο των ίππων. Αυτό υποδηλώνει ότι ήταν ελληνιστής, δηλαδή Ιουδαίος εξελληνισμένος. Όπως είναι γνωστό η περιοχή της Γαλιλαίας ονομαζόταν «Γαλιλαία των Εθνών», διότι είχε εξελληνισθεί σε σημείο τέτοιο που οι υπόλοιποι Ιουδαίοι κατηγορούσαν τους κατοίκους αυτής της περιοχής για έκπτωση από την ορθοδοξία του Ιουδαϊσμού. Για κάποιους άλλους ο Φίλιππος ήταν Έλληνας προσήλυτος στον Ιουδαϊσμό. Αν αυτός ο ισχυρισμός είναι πραγματικός η σημασία είναι πολλή μεγάλη. Ο Φίλιππος είναι ο εκπρόσωπος του εθνισμού στη χορεία των μαθητών του Κυρίου!

Ο Φίλιππος ήταν πιθανότατα μαθητής του Ιωάννου του Προδρόμου και άρα είχε ακούσει για την επικείμενη έλευση του Μεσσία. Φαίνεται πως η προσδοκία του για τον αναμενόμενο Σωτήρα του κόσμου υπήρξε σφοδρή. Επίσης φαίνεται πως ο Φίλιππος συνδεόταν με τον Πέτρο και τον Ανδρέα και πως τους συνέδεαν οι κοινές μεσσιανικές τους ελπίδες.

Το Ευαγγέλιο μας πληροφορεί πως ο Ιησούς αναζητούσε τον Φίλιππο και τον βρήκε (Ιωάν.1,43). Αυτό σημαίνει πως γνώριζε προφανώς από τους άλλους δύο την μεσσιανική προσδοκία του και γι’ αυτό τον αναζητούσε για να τον εντάξει στην ομάδα των μαθητών Του. Ο Φίλιππος είναι από τους πρώτους μαθητές που ακολούθησαν τον Κύριο. Είναι χαρακτηριστική η μαρτυρία του στον φίλο του Ναθαναήλ: «ον έγραψε Μωυσής εν τω νόμω και οι προφήται, ευρήκαμεν, Ιησούν τον υιόν Ιωσήφτον από Ναζαρέτ» (Ιωάν.1,44). Τον διέκρινε η ειλικρίνεια και ο ενθουσιασμός για το έργο του θείου Διδασκάλου του. Ως ελληνιστής μεσολάβησε να πραγματοποιηθεί η συνάντηση των Ελλήνων με τον Κύριο (Ιωάν.12,20).

Σύμφωνα με αρχαία παράδοση ο Φίλιππος στάλθηκε να κηρύξει στην Φρυγία της Μ. Ασίας. Βρήκε μαρτυρικό θάνατο στην Ιεράπολη της Συρίας. Σταυρώθηκε με το κεφάλι προς τα κάτω. Η μνήμη του εορτάζεται στις 14 Νοεμβρίου.

6. Βαρθολομαίος ή Ναθαναήλ

Το όνομά του σημαίνει υιός του Θολομαίου. Οι πληροφορίες γι’ αυτόν στην Καινή Διαθήκη και την εκκλησιαστική παράδοση είναι ελάχιστες. Το όνομά του αναγράφεται μόνον στην αναφορά των ονομάτων των δώδεκα αποστόλων (Ματθ.10,3. Μαρκ.3,18. Λουκ.6,14. Πραξ,1,13). Η Εκκλησία τον ταύτισε με τον Ναθαναήλ, του οποίου το όνομα αναφέρεται πάντοτε με αυτό του Φιλίππου. Καταγόταν από την Κανά της Γαλιλαίας. Προφανώς το όνομα Βαρθολομαίος χαρακτηρίζει το πατρώνυμο του Ναθαναήλ.

Ο εκκλησιαστικός ιστορικός Ευσέβιος αναφέρει την πληροφορία ότι ο Βαρθολομαίος κήρυξε στην Ινδία, όπου θανατώθηκε στην πόλη Ουρβανούπολη. Κάποιες άλλες πληροφορίες λένε πως κήρυξε στην Ευδαίμονα Αραβία, την Καραμανία και την Αιθιοπία. Σύμφωνα με άλλη παράδοση στα τέλη της ζωής του βρέθηκε να κηρύττει στη Μεγάλη Αρμενία, όπου συνελήφθη από τους ειδωλολάτρες και θανατώθηκε με σταυρικό θάνατο, με το κεφάλι προς τα κάτω, κατά διαταγή του βασιλιά Αστυάγη. Το λείψανό του κλείστηκε σε λίθινη σαρκοφάγο, ρίχτηκε σε θάλασσα και εκβράστηκε στις νήσους Λιπάρες. Η μνήμη του εορτάζεται στις 11 Ιουνίου.

7. Θωμάς

Το όνομά του στην αραμαϊκή γλώσσα «Τέομα» σημαίνει δίδυμος. Στο ιερό Ευαγγέλιο του δίδεται όντως η προσωνυμία «Δίδυμος» (Ιωάν.11,16). Οι αγιογραφικές πληροφορίες για το Θωμά είναι σχετικά λίγες και γι’ αυτό έχουν εγερθεί κατά καιρούς αυθαίρετες ερμηνείες για το πρόσωπό του. Προσπάθησαν να εντοπίσουν τίνος δίδυμος αδελφός ή αδελφής υπήρξε. Κάποιοι τον ταυτίζουν με τον αναφερόμενο από τον Ματθαίο (13,55) αδελφόθεο Ιούδα. Μάλιστα οι πολέμιοι του Χριστού συγγραφείς υποστηρίζουν ότι αυτός υπήρξε δίδυμος αδελφός του Κυρίου, παρά τις αντίθετες μαρτυρίες των Ευαγγελίων, θέλοντας να πλήξουν την υπερφυσική ενανθρώπηση του Θεού Λόγου! Αρχαία παράδοση, την οποία αποδέχεται η Εκκλησία μας ο Θωμάς ήταν δίδυμος αδελφός κάποιας Λυδίας ή Λυσίας. Κάποιοι άλλη παράδοση αναφέρει ότι ήταν δίδυμος αδελφός κάποιου Ελεάζαρου.

Ο Θωμάς καταγόταν από την Αντιόχεια, σε αντίθεση με την πλειοψηφία των μαθητών, που ήταν Γαλιλαίοι (Ιωάν.21,2). Κλήθηκε από τον Κύριο να τον ακολουθήσει και αυτός υπάκουσε (Ματθ.10,3.Μάρκ.3,18.Λουκ.6,15). Γενικά υπήρξε από τους πιο αφοσιωμένους μαθητές, τον οποίο διέκρινε το θάρρος. Όταν οι άλλοι μαθητές προσπαθούσαν να αποτρέψουν το Χριστό να μεταβεί στη Βηθανία να αναστήσει το Λάζαρο, για το φόβο κακοποιήσεώς τους από τους φανατικούς Ιουδαίους, ο Θωμάς αψηφώντας τον κίνδυνο τους είπε: «άγωμεν και ημείς ίνα αποθάνωμεν μετ’ αυτού» (Ιωάν.11,16). Ταυτόχρονα υπήρξε και σχετικά ορθολογιστής. Στο Μυστικό Δείπνο δε δίστασε να ρωτήσει τον Κύριο: «Κύριε, ουκ οίδαμεν που υπάγεις και πως δυνάμεθα την οδόν ειδέναι;» (Ιωάν.14,5). Επίσης ήταν και σκεπτικιστής και δύσπιστος. Για να πιστέψει στην Ανάσταση του Κυρίου ζήτησε να έχει απτή βεβαίωση, να ψηλαφίσει με τα ίδια του τα χέρια τις πληγές του διδασκάλου του. Μετά την ψηλάφηση ομολόγησε με ενθουσιασμό και αυθορμητισμό: «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου» (Ιωάν.20,28).

Αρχαία παράδοση αναφέρει ότι κήρυξε το Ευαγγέλιο στην Περσία και την αχανή χώρα των Ινδιών. Ως τα σήμερα θεωρείται ο φωτιστής των χωρών αυτών. Το τέλος της ζωής του υπήρξε μαρτυρικό. Οι φανατικοί ειδωλολάτρες τον θανάτωσαν δια λογχισμού. Η μνήμη του εορτάζεται στις 6 Οκτωβρίου.

Στο όνομα του Θωμά έχουν διασωθεί τρία απόκρυφα κείμενα του 2ου μ. Χ. αιώνα. Πρόκειται αναμφίβολα για ψευδεπίγραφα κείμενα αρχαίων αιρετικών γνωστικών, οι οποίοι θέλοντας να δώσουν κύρος στις αιρετικές τους δοξασίες, τις απέδωσαν στον απόστολο Θωμά.

8. Ματθαίος

Το όνομά του είναι συγκεκομμένος τύπος του Ματταθία, που σημαίνει «δώρο Θεού». Καταγόταν από την Γαλιλαία και ήταν γιος του Αλφαίου του επονομαζόμενου Λευί (Μάρκ.2,14.Λουκ.5,27). Δε γνωρίζουμε αν πρόκειται για τον πατέρα του Ιακώβου του λεγομένου μικρού, μάλλον πρόκειται για άλλο πρόσωπο. Κατοικούσε στην Καπερναούμ και ασκούσε το επάγγελμα του τελώνη, δηλαδή εργολάβου φοροεισπράκτορα για λογαριασμό των Ρωμαίων κατακτητών. Οι τελώνες ήταν συνήθως άνθρωπο σκληροί, απάνθρωποι και άπληστοι. Συχνά προέβαιναν σε πράξεις αδικίας και εκβιασμών, έχοντας ως κάλυψη τις ρωμαϊκές αρχές. Γι’ αυτούς τους λόγους περιφρονούνταν από τους Ιουδαίους.

Η Καπερναούμ ήταν μια σπουδαία εμπορική πόλη, η οποία απέφερε μεγάλα οφέλη στον τελώνη Ματθαίο. Όμως, από ότι φαίνεται, αυτός ήταν καλοπροαίρετος άνθρωπος και ίσως είχε ακούσει για το κήρυγμα του Ιησού. Όταν κάποια ημέρα περνούσε ο Κύριος από την Καπερναούμ, είδε τον Ματθαίο «καθήμενον επί το τελώνιον» και του είπε: «ακολούθει μοι» και τότε αμέσως αυτός σηκώθηκε και τον ακολούθησε (Ματθ.9,9). Ύστερα τον προσκάλεσε στον οίκο του, όπου του παρέθεσε πλούσιο γεύμα για να τον ευχαριστήσει για την τιμή που του έκαμε να του μιλήσει και να τον καλέσει κοντά Του (Λουκ.5,29). Το γεύμα προφανώς έγινε και για να αποχαιρετήσει τους συνεργάτες του, αφού άφησε για πάντα το τελώνιο και τις αμαρτωλές συναλλαγές και προσκολήθηκε για πάντα στο Χριστό, αφού «πολλοί τελώναι και αμαρτωλοί ελθόντες συνανέκειντο τω Ιησού και τοις μαθηταίς αυτού» (Ματθ.9,10).

Η κατοπινή ζωή του κοντά στο Χριστό δε θύμιζε σε τίποτε την προηγούμενη αμαρτωλή βιωτή του. Υπήρξε ένας συνετός και πιστός μαθητής του Κυρίου. Μετά την Πεντηκοστή λέει η παράδοση ότι κήρυττε για δώδεκα έτη στην Παλαιστίνη και κατόπιν πορεύτηκε στα έθνη. Κήρυξε με θέρμη στην Αιθιοπία, στην Αραβία, στην Περσία, στη Μηδία και ίσως την Μακεδονία. Τελεύτησε τη ζωή του με μαρτύριο, άγνωστο όμως που. Η μνήμη του τιμάται στις 16 Νοεμβρίου.

 

 

Ο απόστολος Ματθαίος είναι σύμφωνα με την παράδοση της Εκκλησίας μας ο συγγραφέας του πρώτου Ευαγγελίου. Γράφηκε από αυτόν με σκοπό να κάνει γνωστό στους ομοφύλους του Εβραίους ότι ο αναμενόμενος Μεσσίας της Παλαιάς Διαθήκης είναι ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ.

9. Ιάκωβος ο του Αλφαίου ή μικρός

Έτερο πρόσωπο από τη χορεία των αποστόλων με το όνομα αυτό. Για να διακρίνεται από τον Ιάκωβο του Ζεβεδαίου αποκαλούνταν ο του Αλφαίου ή μικρός. Ήταν υιός του Αλφαίου ή Κλεόπα (Ματθ.10,3.Μαρκ.3,18.Λουκ.6,15.Πραξ.1,13) και της Μαρίας, συγγενούς της Θεομήτορος (Ματθ.27,56.Μαρκ.15,15,40.Λουκ.24,10). Κάποιοι υποστηρίζουν ότι ήταν αδελφός του Ματθαίου, λόγω συνωνυμίας των πατέρων τους Αλφαίου, μάλλον πρόκειται για άλλο πρόσωπο. Κάποιοι άλλοι τον ταυτίζουν εσφαλμένα με τον Αδελφόθεο Ιάκωβο.

Δυστυχώς δε γνωρίζουμε περισσότερα για τη ζωή του. Η μνήμη του εορτάζεται στις 9 Οκτωβρίου.

10. Θαδδαίος ή Λεββαίος

Το όνομα του αποστόλου Θαδδαίου αναφέρεται από τον Ευαγγελιστή Μάρκο (3,18). Ο Ματθαίος τον αναφέρει ως Λεββαίο, του οποίου το Θαδδαίος είναι επώνυμο. Συνδυάζοντας όμως τους καταλόγους του Ευαγγελίου του Λουκά (6,16) και των Πράξεων (1,13) συμπεραίνουμε ότι τα τρία αποστολικά ονόματα Θαδδαίος, Λεββαίος και Ιούδας είναι το ίδιο πρόσωπο. Άρα το πραγματικό όνομά του ήταν Ιούδας και το Λεββαίος και Θαδδαίος ήταν το επώνυμό του.

Κάποιοι θέλουν να ταυτίσουν τον Ιούδα – Θαδδαίο με τον αδελφόθεο Ιούδα, ο οποίος έγραψε και την ομώνυμη Καθολική Επιστολή. Αυτό είναι αμφίβολο και αυθαίρετη υπόθεση, χωρίς σοβαρά ερείσματα στα αγιογραφικά κείμενα και την εκκλησιαστική παράδοση.

Περαιτέρω πληροφορίες για το βίο και τη δράση του αποστόλου Θαδδαίου είναι ελάχιστες. Στο όνομά του κυκλοφόρησε το 2ο ή 3ο αιώνα απόκρυφο κείμενο με τίτλο: «Αποστόλου Θαδδαίου ή Λεββαίου Πράξεις», που είναι καλλίτερα γνωστό ως «Εδεσσηναί Πράξεις». Αυτό απηχεί ίσως αρχαία παράδοση ότι ο Θαδδαίος κήρυξε στα μέρη της Εδέσσης στη Μεσοποταμία. Αυτό ενισχύει το γεγονός της ευλάβειας προς το πρόσωπό του από τους Χριστιανούς της περιοχής αυτής. Η μνήμη του εορτάζεται στις 21 Αυγούστου.

11. Σίμων ο Καναναίος ή Ζηλωτής

Ο απόστολος Σίμων είχε την επωνυμία Καναναίος, ή Κανανίτης, το οποίο δεν ήταν δηλωτικό της καταγωγής του από την Χαναάν ή την Κανά της Γαλιλαίας. Η λέξη «Καναναίος» είναι Χαλδαϊκή και σημαίνει «Ζηλωτής». Πράγματι ο Λουκάς τον προσονομάζει ως «Ζηλωτή» (Λουκ.6,15. Πράξ.1,13). Οι ζηλωτές αποτελούσαν μια ξεχωριστή κοινωνική τάξη στην ιουδαϊκή κοινωνία στα χρόνια του Χριστού. Αποτελούνταν από λαϊκούς αγωνιστές, οι οποίοι μάχονταν εναντίον των Ρωμαίων κατακτητών, συνεχίζοντας την παράδοση των Μακκαβαίων επαναστατών. Όμως συχνά, πολλοί από αυτούς, εκμεταλλεύονταν τον απελευθερωτικό αγώνα και καταντούσαν τύραννοι του ιδίου του λαού τους. Προέβαιναν σε παράνομες πράξεις βίας και ληστειών για ίδιο όφελος και γι’ αυτό τον 1ο μ. Χ. αιώνα είχε αναπτυχθεί λαϊκή δυσαρέσκεια κατά του κινήματος των ζηλωτών. Οι συσταυρούμενοι με τον Κύριο ληστές ήταν ζηλωτές.

Δε γνωρίζουμε αν ο Σίμων ανήκε στην μερίδα των ζηλωτών ή προέρχονταν από αυτό. Το πιο πιθανό είναι να προέρχονταν από τους ζηλωτές. Σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να ανήκε ταυτόχρονα και στους ζηλωτές, διότι το ζηλωτικό κίνημα ήταν αντίθετο με την διδασκαλία του Χριστού. Υπάρχει και μια άλλη υπόθεση για τον Σίμωνα. Είναι πιθανό να μην είχε καμιά σχέση με τους ζηλωτές και το προσωνύμιο «Ζηλωτής» να σήμαινε τον ένθερμο μαθητή του Χριστού.

Κάποιοι ταυτίζουν τον Σίμωνα με τον νυμφίο του γάμου της Κανά, όπου ο Κύριος έκαμε το πρώτο θαύμα Του, μεταβάλλοντας το νερό σε κρασί (Ιωάν.2,1-11). Ο ισχυρισμός αυτός δεν έχει κανένα ιστορικό έρεισμα και πρόκειται για αυθαίρετη υπόθεση.

 

 

Δεν υπάρχουν επαρκείς πληροφορίες για τη δράση του Σίμωνα. Η μνήμη του εορτάζεται στις 10 Μαΐου.

12. Ματθίας

Ο απόστολος Ματθίας είναι ο δωδέκατος απόστολος, ο οποίος εκλέχτηκε από τους έντεκα αποστόλους για να πάρει τη θέση του προδότη μαθητή Ιούδα του Ισκαριώτη. Αμέσως μετά τη θεία Ανάληψη συγκεντρώθηκαν οι απόστολοι και κατά προτροπή του Πέτρου «έστησαν δύο άνδρες, τον Ιωσήφ τον καλούμενον Βαρσαββάν, ος επεκλήθη Ιούστος, και Ματθίαν, και προσευξάμενοι είπον΄ συ Κύριε, καρδιογνώστα πάντων, ανάδειξον όν εξελέξω εκ τούτων των δύο ένα, λαβείν τον κλήρον της διακονίας ταύτης και αποστολής, εξ’ ής παρέβη Ιούδας πορευθήναι εις τον τόπον τον ίδιον» (Πράξ.1,23-26). Έριξαν λοιπόν κλήρους. «Ο κλήρος έπεσεν επί Ματθίαν, και συγκατεψηφίσθη μετά των ένδεκα αποστόλων» (Πράξ.1,26).

   Η Καινή Διαθήκη δεν αναφέρει τίποτε άλλο για τον απόστολο Ματθία. Κατά πάσα πιθανότητα ανήκε στον ευρύτερο κύκλο των 70 αποστόλων. Αρχαιότατη εκκλησιαστική παράδοση αναφέρει πως κήρυξε κατ’ αρχήν στην Ιουδαία και κατόπιν πήγε στην Αιθιοπία, όπου βρήκε μαρτυρικό σταυρικό θάνατο από τους ειδωλολάτρες της χώρας αυτής. Άλλη παράδοση αναφέρει πως θανατώθηκε στη Σεβαστούπολη και άλλη στην Ιερουσαλήμ. Η μνήμη του εορτάζεται στις 9 Αυγούστου.

Ο Απόστολος Παύλος

Ο μέγας Απόστολος των Εθνών Παύλος δεν ανήκε στη χορεία των δώδεκα Αποστόλων. Δε γνώρισε τον Κύριο όσο ζούσε στη γη, αλλά αποκαλύφτηκε κατόπιν σε αυτόν και κλήθηκε να γίνει απόστολός Του, όντας αυτός πολέμιος της Εκκλησίας.

   Η Εκκλησία μας χαρακτήρισε τον Απόστολο Παύλο ως τον «Πρώτον μετά τον Ένα», δηλαδή τον σημαντικότερο άνδρα επί γης μετά τον Χριστό και ως το «πολύτιμο σκεύος Χριστού». Δίκαια, διότι ο μέγας αυτός Απόστολος προσέφερε στην Εκκλησία του Χριστού τις πιο ανεκτίμητες υπηρεσίες της ιστορίας Της! Αυτός είναι ο ουσιαστικός θεμελιωτής Της στα έθνη, ως τα πέρατα της οικουμένης!

  Τις πληροφορίες για τον βίο και το έργο του μεγάλου Αποστόλου αντλούμε από το βιβλίο των «Πράξεων των Αποστόλων» και από τις Επιστολές του, αλλά και από άλλες αρχαιότατες εξωβιβλικές μαρτυρίες. Αναφέρουμε ενδεικτικά τα εξής χωρία: Πραξ.9,1-29, 22,3-21,26,9-20, Γαλ.1,13-24, A΄Κορ.15,8, Εφ.3,8, Φιλιπ.3,12, κλπ. Το ιεραποστολικό του έργο περιγράφεται στα κεφάλαια 13ο – 28ο του βιβλίου των «Πράξεων των Αποστόλων».

   Γεννήθηκε γύρω στο 15 μ.Χ. στην Ταρσό της Κιλικίας από Iουδαίους γονείς, οι οποίοι κατάγονταν από την φυλή του Βενιαμίν. Ονομαζόταν Σαούλ ή Σαύλος και επίσης είχε και το ρωμαϊκό όνομα Παύλος. Οι εύποροι γονείς του έδωσαν στον φιλομαθή γιο τους υψηλή παιδεία. Επίσης το αξιόλογο ελληνιστικό πνευματικό κλίμα της Ταρσού επέδρασαν θετικά στην διαμόρφωση της προσωπικότητάς του. Τόσο ο πατέρας του όσο και ο Παύλος ανήκε στην αίρεση των Φαρισαίων. Αυτό σημαίνει ότι από μικρός είχε καλλιεργήσει στην ανήσυχη ψυχή του θέρμη και ζήλο για την πίστη του.

  Γύρω στο 34 μ.Χ. βρέθηκε στην Ιερουσαλήμ να σπουδάζει κοντά στον ονομαστό νομοδιδάσκαλο Γαμαλιήλ (Πράξ.22,3). Ο νεαρός φαρισαίος μαθητής έδειξε ιδιαίτερο ζήλο για τη διάσωση της θρησκείας του. Τον συναντούμε συμμέτοχο στον λιθοβολισμό του Πρωτομάρτυρα Στεφάνου (Πραξ.7,54) και λίγο αργότερα φανατισμένο διώκτη των Χριστιανών. Διαβάζουμε στο ιερό κείμενο: «Σαύλος ελυμαίνετο την εκκλησίαν κατά τους οίκους εισπορευόμενος, σύρων τε άνδρας και γυναίκας παρεδίδου εις φυλακήν» (Πραξ.8,3). Εξαιτίας του υπέρμετρου μάλιστα ζήλου του και του μίσους κατά των πιστών του Ιησού, ζήτησε από τον αρχιερέα να τεθεί επικεφαλής αποσπάσματος, το οποίο θα βάδιζε προς τη Δαμασκό, προκειμένου να τιμωρήσει παραδειγματικά τους εκεί Ιουδαίους που είχαν γίνει Χριστιανοί και να τους σύρει δεμένους στην Ιερουσαλήμ (Πραξ.9,1).

  Όμως καθ’ οδόν έγινε το μεγάλο θαύμα. Ο διώκτης Παύλος είδε ένα εκτυφλωτικό φως, το οποίο τον έριξε από το άλογο και τον τύφλωσε. Ταυτόχρονα άκουσε μια φωνή να του λέγει: «Σαούλ, Σαούλ, τι με διώκεις;». Ο τρομοκρατημένος Παύλος ρώτησε: «Τις ει, Κύριε;» και απάντησε: «Εγώ ειμί Ιησούς ον συ διώκεις΄ αλλά ανάστηθι και είσελθε εις την πόλιν, και λαληθήσεται σοι τι σε δει ποιείν» (Παρξ.9,4-6). Το συγκλονιστικό αυτό γεγονός συντάραξε κυριολεκτικά τον Παύλο, μετανόησε και αφού μπήκε στην πόλη συναντήθηκε με τον επί κεφαλής της Εκκλησίας Ανανία, ο οποίος τον θεράπευσε θαυματουργικά από την τύφλωση, τον κατήχησε και τον βάπτισε. Το γεγονός αυτό έγινε χρονολογικά πιθανότατα το 36 μ.Χ.

  Από τότε ο Παύλος έθεσε τον εαυτό του στην υπηρεσία της Εκκλησίας. Ύστερα από μια επιμελή προετοιμασία ανέλαβε να εκχριστιανίσει τους εθνικούς, δηλαδή τους μη Ιουδαίους. Πριν όμως αποσύρθηκε στην έρημο της Αραβίας, όπου προετοιμάστηκε για το μεγάλο ιεραποστολικό του έργο. Εκεί στην ησυχία και την ηρεμία της ερήμου, «ενώπιος ενωπίω» με το Θεό οραματίστηκε τον εκχριστιανισμό του κόσμου. Φανταζόμαστε πως ο αγιασμένος αυτός άνδρας θα είχε σωρεία άμεσων αποκαλύψεων από το Χριστό, στον Οποίο είχε παραδώσει ολοκληρωτικά και την ψυχή και το σώμα του. Οι αποκαλύψεις αυτές ίσως είναι η βάση πάνω στην οποία οικοδομήθηκε η κατοπινή παύλειος θεολογία, η οποία θεμελίωσε την Εκκλησία του Χριστού.

    Με συνοδεία άξιων συνεργατών, όπως του Βαρνάβα και του Μάρκου ως ένα σημείο, ο Παύλος ξεκίνησε το 48 μ.Χ. την πρώτη μεγάλη αποστολική περιοδεία του, η οποία περιγράφεται λεπτομερώς στα 13ο και 14ο κεφάλαια των «Πράξεων των Αποστόλων». Πρώτος σταθμός τους ήταν η Σαλαμίνα και ύστερα η Πάφος της Κύπρου, όπου κήρυξαν και ίδρυσαν εκκλησίες. Κατόπιν διάβηκαν στην Μικρά Ασία και περιόδευσαν στις πόλεις Πέργη της Παμφυλίας, στην Αντιόχεια της Πισιδίας, στο Ικόνιο, τα Λύστρα, την Δέρβη και αλλού. Παρ’ όλες τις δυσκολίες που συνάντησαν και τις διώξεις που υπέστησαν, το κήρυγμά τους σημείωσε επιτυχία. Σε όλες τις πόλεις ίδρυσαν τοπικές εκκλησίες. Μέσω της Αττάλειας επέστρεψαν στην Αντιόχεια, όπου «συναγαγόντες την εκκλησίαν ανήγγειλαν όσα εποίησεν ο Θεός μετ’ αυτών και ότι ήνοιξε τοις έθνεσι θύραν πίστεως» (Πραξ.14:27).

  Στη συνέχεια έλαβε μέρος στην Σύνοδο της Ιερουσαλήμ (48 μ.Χ.), η οποία έλυσε σοβαρά θέματα ιεραποστολής (Πράξ.15ο κεφ.). Σε αυτή ο Παύλος έπαιξε καθοριστικό ρόλο. Κατόρθωσε να πείσει ότι η αποστολή του Ιουδαϊσμού τελείωσε και πως η χάρη του Θεού έρχεται σε κάθε άνθρωπο, που συντάσσεται με το Χριστό. Πως ο αναγκαστικός νόμος της Παλαιάς Διαθήκης παραχώρησε τη θέση του στην ελευθερία της χάρητος του Θεού.

   Ύστερα με συνεργάτη του τον Σίλα αναχώρησε για την δεύτερη αποστολική περιοδεία του, η οποία περιγράφεται στα 16ο , 17ο και 18ο κεφάλαια των «Πράξεων των Αποστόλων». Μέσω της Συρίας και Κιλικίας περιόδευσε τις πόλεις της Ασίας Δέρβη και Λύστρα. Εκεί συνάντησε τον ευσεβή και ένθερμο νέο Τιμόθεο, το οποίο πήρε και αυτόν μαζί του. Διάβηκαν την Φρυγία, την Γαλατία, έφτασαν στην Μυσία και κατόπιν στην Τρωάδα. Κατόπιν οράματος πέρασαν στην Μακεδονία και ίδρυσαν εκκλησίες στους Φιλίππους, την Θεσσαλονίκη, την Βέροια, την Αθήνα και την Κόρινθο, στην οποία έμειναν περίπου ενάμισι χρόνο στο σπίτι του Ακύλα και της Πρισκίλας. Με το τέλος και της δεύτερης περιοδείας ο Παύλος έφτασε στην Έφεσο και από εκεί μέσω Καισάρειας στην Ιερουσαλήμ. Κατόπιν επέστρεψε στην Αντιόχεια για ανάπαυση.      

  Σύντομα ανέλαβε να επιτελέσει και την Τρίτη αποστολική περιοδεία του. Περιγράφεται στα 19ο και 20ο κεφάλαια των «Πράξεων των Αποστόλων». Επισκέφτηκε την Γαλατία, την Φρυγία και κατέληξε στην Έφεσο, όπου έμεινε τρία χρόνια διδάσκοντας και στηρίζοντας την εκκλησία της μεγάλης ασιατικής αυτής πόλεως. Μετά ήλθε στην Τρωάδα, πέρασε ξανά στους Φιλίππους, στην Θεσσαλονίκη, στην Βέροια, ίσως στην Ήπειρο και τερμάτισε στην Κόρινθο, όπου έμεινε τρεις μήνες.

  Μέσω Τρωάδος, Μιλήτου και Καισάρειας έφτασε και πάλι στην Ιερουσαλήμ. Εκεί συνελήφθη ως ταραχοποιός και οδηγήθηκε σε δίκη (Πράξ.21ο κεφ.). Ως ρωμαίος πολίτης (Ρωμ.11,1) απαίτησε να δικαστεί στο αυτοκρατορικό δικαστήριο της Ρώμης. Γι’ αυτό αναχώρησε δέσμιος ακτοπλοϊκώς για την πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας. Κοντά στη νήσο Μελίτη ναυάγησε το πλοίο και βγήκαν στην ξηρά όπου κήρυξε και ίδρυσε και εκεί εκκλησία. Τελικά έφθασε στη Ρώμη, όπου ύστερα από δύο χρόνια σχετικού περιορισμού δικάστηκε και αθωώθηκε (Πράξ.27ο και 28ο κεφ.). Στο σημείο αυτό τελειώνει και το ιερό βιβλίο των «Πράξεων των Αποστόλων».

   Aπό την Ρώμη έπλευσε στην Κρήτη, όπου αφήκε επίσκοπο τον εκλεκτό και πιστό συνεργάτη του Τίτο, ανέβηκε στην Κόρινθο, στην Μακεδονία και επισκέφτηκε πιθανότατα την Νικόπολη της Ηπείρου το Φθινόπωρο του 66 μ.Χ., όπου και παραχείμασε (Τιτ.3,12). Μετά πέρασε και πάλι στην Ασία, όπου αφήκε τον αγαπητό του συνοδό Τιμόθεο, αφού τον κατέστησε επίσκοπο στην Έφεσο. Η τέταρτη και τελευταία περιοδεία του μεγάλου αποστόλου τερματίστηκε στην Δύση. Έφτασε σύμφωνα με μαρτυρία του αγίου Κλήμεντα Ρώμης στις εσχατιές της Δύσης, στην Ισπανία. Κατόπιν κατάκοπος και τσακισμένος από τις κακουχίες κατέληξε στην Ρώμη. Κατάλαβε το τέλος του και έγραψε στον αγαπημένο του μαθητή Τιμόθεο: «εγώ ήδη σπένδομαι και ο καιρός της εμής αναλύσεως εφέστηκε» (Β΄Τιμ.4,6-8). Οι διωγμοί κατά των Χριστιανών, που είχε κηρύξει ο παράφρονας Νέρων βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη. Ο Παύλος κατέστη ο κύριος στόχος των ειδωλολατρών δημίων. Έτσι γύρω στο 67 μ.Χ. συνελήφθη και αποκεφαλίσθηκε, σφραγίζοντας έτσι το τιτάνιο ιεραποστολικό του έργο με το μαρτύριό του.

 

 

Ο μεγάλος αυτός Απόστολος μας άφησε και δεκατέσσερις επιστολές, οι οποίες κατέχουν σπουδαία θέση στον Κανόνα της Καινής Διαθήκης. Αυτές είναι: 1) Η προς Ρωμαίους, 2) προς Κορινθίους Α΄, 3) προς Κορινθίους Β΄ 4) προς Γαλάτας, 5) προς Εφεσίους, 6) προς Φιλιππησίους, 7) προς Κολασσαείς, 8) προς Θεσσαλονικείς Α΄, 9) προς Θεσσαλονικείς Β΄,10) προς Τιμόθεον Α΄,11) προς Τιμόθεον Β΄,12) προς Τίτον, 13) προς Φιλήμονα και 14) προς Εβραίους.

Η σεπτή του μνήμη εορτάζεται ομού με του άλλου κορυφαίου απόστόλου Πέτρου στις 29 Ιουνίου.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Όπως όλες οι θρησκείες, οι φιλοσοφίες, οι διάφορες κοινωνικές ομάδες έχουν τις δικές τους προσωπικότητες, οι οποίες συνέβαλλαν στη διαμόρφωσή τους έτσι και η αγία μας Εκκλησία έχει τα δικά Της ιερά πρόσωπα, τα οποία έθεσαν την προσωπική τους σφραγίδα στη θεμελίωση, την ανάπτυξη και την εδραίωσή της σωστικής Της παρουσίας στον κόσμο. Είναι τα αμέτρητα νέφη των αγίων Της, οι οποίοι στο δισχιλιόχρονο διάβα Της έδωσαν, δίνουν και θα δίνουν τον «καλόν αγώνα» (Β΄Τιμ.4,5) για να επικρατήσει το θέλημα του Θεού «ως εν ουρανώ και επί της γης» (Ματθ.6,9-13), να επεκταθεί η Βασιλεία Του σε όλους τους κόσμους, να εξοβελιστεί το παρείσακτο κακό από τη θεία δημιουργία μαζί με τον ενσαρκωτή του το διάβολο. Αγωνίστηκαν και αγωνίζονται να τύχουν όλες οι ανθρώπινες υπάρξεις της εν Χριστώ απολυτρώσεως και να ανυψωθεί το ανθρώπινο γένος στον θεόσδοτο στόχο του, στην κατά χάριν θέωσή του.

  Ίσως ένα από τα μεγαλύτερα θαύματα της χριστιανικής μας πίστεως είναι αυτό της διαδόσεως της σε όλον τον κόσμο, σε σύντομο χρόνο και με πενιχρότατα μέσα! Το τιτάνιο αυτό έργο το πραγματοποίησαν οι άγιοι Απόστολοι, οι οποίοι δεν είχαν ούτε κατά κόσμον σοφία, ούτε δύναμη, ούτε υπερφυσικές ικανότητες. Είχαν όμως κάτι που τους έκανε παντοδύναμους, μέσα στην αδυναμία τους, τη χάρη του Παναγίου Πνεύματος, η οποία τους μεταμόρφωσε σε φωστήρες αειφανείς της οικουμένης. Η σάπια κατά κόσμον σοφία και διανόηση μέμφεται την Εκκλησία του Χριστού ότι δήθεν στηρίζεται σε άσημους και αγράμματους ψαράδες. Αλλά δε θέλει να παραδεχτεί ότι αυτοί οι ταπεινοί αλιείς της Γαλιλαίας έφτασαν το μήνυμα της εν Χριστώ σωτηρίας, ως τα πέρατα του κόσμου. Αυτοί οι αδύναμοι και άσημοι άνθρωποι γκρέμισαν συθέμελα το εφιαλτικό προχριστιανικό πνευματικό οικοδόμημα της ειδωλολατρίας, του σκοταδισμού και της μαύρης δεισιδαιμονίας. Αυτοί υπήρξαν οι εκθεμελιωτές του κράτους του διαβόλου, που τυραννούσε το ανθρώπινο γένος από καταβολής κόσμου. Οι διάφοροι σοφοί δίδασκαν μια κλειστή εκλεκτική κάστα μαθητών, περιχαρακωμένοι στην εγωιστική τους αυτάρκεια. Η σοφία τους ήταν για τους λίγους εκλεκτούς και όχι για τον πολύ κόσμο, που παράδερνε στην πνευματική κατάπτωση. Αντίθετα το κήρυγμα των Αγίων Αποστόλων απευθύνθηκε σε όλο τον κόσμο, ο οποίος έγινε αποδέκτης της σωτηρίας. Δεν είναι η Εκκλησία μας κατά της σοφίας, αλλά κατά της περιχαρακωμένης σοφίας στην ανθρώπινη έπαρση και της σοφίας που έχει εκλεκτικό χαρακτήρα. Η κατά Θεόν σοφία είναι

   Αυτοί ήταν οι Άγιοι Απόστολοι και αυτό ήταν το κοσμοσωτήριο έργο τους. Η ανθρωπότητα τους οφείλει την πνευματική της αφύπνιση από το λήθαργο της αμαρτίας. Εμείς οι πιστοί τους οφείλουμε απέραντη ευγνωμοσύνη διότι επάνω στο κήρυγμα το δικό τους θεμελιώθηκε η Εκκλησία του Χριστού, για να είναι στους αιώνες το θείο καθίδρυμα της σωτηρίας για όλους τους ανθρώπους, όλων των εποχών!

 --------------------------------------------------------------------------------------------------------------------